Στο γραφείο μου στην ΠΕΤ ΟΤΕ, όταν ακόμα δεν είχαν γίνει τα νέα γραφεία στον 5ο όροφο της Βερανζέρου 34, στο κέντρο της Αθήνας. Ήμουν νέος τότε, με όνειρα να αλλάξω τον κόσμο... Ματαιότητα...
Αυτή η πινακίδα υπήρχε έξω από το γραφειο μου, όταν εκείνο ήταν αυτόνομο, τον πρώτο καιρό της συνεργασίας μου με την ΠΕΤ ΟΤΕ, όταν βγάζαμε μηνιαία τη ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΤΩΧΝΙΚΩΝ ΤΟΥ ΟΤΕ με εξωτερικούς επαγγελματίες συνεργάτες και μαχητική αρθρογραφία, αντάξια του συνδικάτου.
Ζούμε στους πιο δύσκολους καιρούς της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα…Οκτώ χρόνια συνεχόμενων μνημονίων διέλυσαν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Τα δράματα που προκύπτουν από την οικονομική δυσκολία είναι δίπλα μας, μέσα μας. Οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας γίνονται «ήρωες» τέτοιων ιστοριών. Με διακριτικότητα, επειδή είναι αξιοπρεπείς και δεν θέλουν να στρέψουν τους προβολείς και τα φώτα της δημοσιότητας, πάνω τους. Με υπομονή και εγκαρτέρηση, τραβάνε το κουπί της οδύνης τους.
Αυτή η λαίλαπα με χτυπά για δεύτερη φορά, μέσα σε πέντε χρόνια. Η πρώτη ήταν τον Γενάρη του 2012, όταν απολύθηκα από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, επειδή ήμουν κοντά στη σύνταξη. (Τότε ήταν στα 57 με 35 χρόνια στη δουλειά…) Η δεύτερη, τώρα, με την απόλυση μου από την ΠΕΤ ΟΤΕ, το Σωματείο που εργάζομαι ως δημοσιογράφος από το 1983! (Πάλι για την ίδια αιτία! Τώρα τα όρια ηλικίας μετακινήθηκαν στα 60 για μας που έχουμε ένσημα από τη δεκαετία του 1970. Κι αύριο;)
Την πρώτη τη βίωσα με πολύ οδύνη κι ευτυχώς που είχα μια συμπαράσταση ουσιαστική, έστω και από μακριά. Παρ’ όλα αυτά στάθηκα όρθιος και το πάλεψα. Ήταν βοήθεια πολύ σημαντική για μένα, ότι υπήρχε η ΠΕΤ ΟΤΕ, ένα αποκούμπι.
Τώρα, χθες το μεσημέρι, «επισημοποιήθηκε» η απόφαση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σωματείου. Φεύγω παίρνοντας την νόμιμη αποζημίωση μου… Μου κάνουν αυτή την τιμή στην εργασιακή ζούγκλα που ζούμε…
Παρόλο που ήξερα, αφού με είχαν προειδοποιήσει, χθες ήταν μια δύσκολη μέρα για μένα. Άργησαν να τελειώσουν το Δ.Σ. και ουδείς με ενημέρωσε επίσημα. Μόνο όταν ενδιαφέρθηκα, έμαθα.
Να ετοιμάζομαι, λοιπόν…
Να αρχίζω να μαζεύω τα πράγματα μου, τις αναμνήσεις μου, τη ζωή μου, τα κομμάτια μου…
Ήθελα να ήταν αλλιώς τα πράγματα. Δεν φανταζόμουν ποτέ έτσι τη ζωή μου, το τέλος του εργασιακού μου βίου. Ακόμα και μέσα σ’ αυτή την καταιγίδα ήλπιζα πως θα υπήρχε ένας στοιχειώδης σεβασμός. Διαψεύστηκα.
Φεύγω πικραμένος από έναν χώρο που αγάπησα και που θεωρώ ότι άξιζα μιας καλύτερης συμπεριφοράς. Θυμάμαι, ήρθα παιδί εδώ, όταν ξεκινούσα τη δημοσιογραφική μου καριέρα, παράλληλα με την εφημερίδα ΓΝΩΜΗ του Πόποτα και ύστερα από 34 χρόνια συνεχούς εργασίας, ήρθε το τέλος!
Μα, θα μου πεις, εκεί έξω συνάνθρωποί μας βιώνουν τις χειρότερες δοκιμασίες. Σωστά. Δεν αντιλέγω. Τα ζω. Συμπάσχω, ξέρω τι σημαίνει να είσαι στην ανεργία, να μην έχεις να φας και να καλύψεις τις στοιχειώδης ανάγκες σου και τις ανηλειμμένες υποχρεωσεις σου..
Ευτυχώς αυτή τη φορά δεν είμαι μόνος σ’ αυτή τη δοκιμασία… Έχω μαζί μου τον άνθρωπο μου. Κι έχω έναν Θεό αγάπης και τρυφερού ελέους που τον εμπιστεύομαι, ότι ένα κομμάτι ψωμί δεν θα λείψει από το τραπέζι του σπιτιού. Αυτά εκτιμώ ότι είναι τα καλύτερα εφόδια για το μέλλον. Και υπάρχει απόλυτη σιγουριά, γιατί δεν εξαρτιόνται από ανθρώπους!
Με το κεφάλι ψηλά θα συνεχίσω να πορεύομαι. Η αξιοπρέπεια είναι κάτι που δεν διαπραγματεύεται. Ας γίνουν όσα βήματα χρειάζονται. Εγώ θα είμαι από εκείνη την πλευρά, που οι άνθρωποι δεν έχουν να ντραπούν για τίποτα.
Επειδή δεν έφαγα ψωμί τεμπελιάς κι επειδή προσπάθησα σε όλο τον εργασιακό μου βίο να μη διαπραγματευθώ αξίες, απέναντι σε όσου,ς κατά καιρούς, βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης, ως εργοδότες μου.
Θέλω δημόσια να τους εκφράσω τις ευχαριστίες μου! Μου έδωσαν τη δυνατότητα να μάθω, να εκπαιδευτώ, να γίνω καλύτερος στη δουλειά μου, πιο συνειδητοποιημένος. Όλα αυτά τα χρόνια είδα πολλά, άκουσα, έπαθα, έζησα και έμαθα.
Αλλά είναι δικαιολογημένα μεγάλη η συναισθηματική φόρτιση, τώρα. Ίσως στο μέλλον θυμηθούμε πράγματα. Ίσως πάλι το αφήσω και το πάρει το μακρύ ποτάμι της μνήμης. Σε λίγο ξημερώνει, ένας άλλος κόσμος για μένα. Και είμαι βέβαιος ότι θα είναι καλύτερος!
Πώς καθησύχασε ο Ιεχωβά τους φόβους
και τις ανησυχίες του Ηλία;
Στο Χωρήβ, ο «λόγος» του Ιεχωβά—τον οποίο προφανώς μετέδωσε ένα πνεύμα σε ρόλο αγγελιοφόρου—έκανε την εξής απλή ερώτηση: «Τι δουλειά έχεις εδώ, Ηλία;» Η ερώτηση έγινε πιθανότατα σε ήπιο τόνο, διότι ο Ηλίας τη θεώρησε αφορμή να εκφράσει τα αισθήματά του. Μίλησε, λοιπόν, σαν χείμαρρος: «Έχω σταθεί απόλυτα ζηλότυπος για τον Ιεχωβά, τον Θεό των στρατευμάτων· διότι οι γιοι του Ισραήλ εγκατέλειψαν τη διαθήκη σου, γκρέμισαν τα θυσιαστήριά σου και σκότωσαν τους προφήτες σου με σπαθί, ώστε μόνο εγώ απέμεινα· και ζητούν την ψυχή μου για να την αφαιρέσουν». Τα λόγια του Ηλία φανερώνουν τουλάχιστον τρεις λόγους για τους οποίους ένιωθε αποκαρδιωμένος.
Πρώτον, πίστευε ότι το έργο του είχε πάει χαμένο. Χρόνια ολόκληρα ήταν «απόλυτα ζηλότυπος» για την υπηρεσία του Ιεχωβά, βάζοντας το ιερό όνομα και τη λατρεία του Θεού πάνω από όλα. Εντούτοις, έβλεπε τα πράγματα να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Ο λαός εξακολουθούσε να είναι άπιστος και στασιαστικός, η δε ψεύτικη λατρεία οργίαζε.
Δεύτερον, ο Ηλίας ένιωθε μοναξιά. «Μόνο εγώ απέμεινα», είπε, λες και ήταν ο τελευταίος άνθρωπος σε ολόκληρο το έθνος ο οποίος υπηρετούσε ακόμη τον Ιεχωβά.
Τρίτον, φοβόταν. Πολλοί προφήτες της εποχής του είχαν ήδη θανατωθεί, και ήταν σίγουρος πως είχε έρθει η σειρά του. Όσο δύσκολο και αν του ήταν, όμως, να ομολογήσει αυτά τα αισθήματα, δεν άφησε την υπερηφάνεια ή την αμηχανία να τον πτοήσουν. Ανοίγοντας την καρδιά του στον Θεό του με προσευχή, αποτέλεσε καλό παράδειγμα για όλους τους πιστούς.
Πώς καθησύχασε ο Ιεχωβά τους φόβους και τις ανησυχίες του Ηλία; Ο άγγελος του είπε να σταθεί στο στόμιο της σπηλιάς. Εκείνος υπάκουσε, χωρίς να ξέρει τι θα ακολουθούσε. Ξαφνικά, σηκώθηκε ένας θυελλώδης άνεμος! Το βουητό του πρέπει να ήταν εκκωφαντικό, καθώς ήταν τόσο δυνατός ώστε έσκιζε βουνά και απόκρημνους βράχους. Φανταστείτε τον Ηλία να προσπαθεί να προστατέψει τα μάτια του, ενώ κρατάει σφιχτά πάνω του το χοντρό τρίχινο ένδυμά του που το μαστιγώνουν οι ριπές του ανέμου. Κατόπιν, ίσα που καταφέρνει να μείνει όρθιος, διότι η γη αρχίζει να τρέμει και να δονείται—ένας σεισμός συγκλονίζει την περιοχή! Προτού καλά καλά συνέλθει, μια μεγάλη φωτιά σαρώνει τα πάντα, αναγκάζοντάς τον να οπισθοχωρήσει μέσα στη σπηλιά για να γλιτώσει από την πύρινη ανάσα της.
Κάθε φορά, η αφήγηση μας υπενθυμίζει ότι ο Ιεχωβά δεν βρισκόταν σε αυτές τις θεαματικές εκδηλώσεις των δυνάμεων της φύσης. Ο Ηλίας ήξερε ότι ο Ιεχωβά δεν ήταν κάποιος μυθικός θεός της φύσης, όπως ο Βάαλ, ο οποίος υμνούνταν από τους πλανημένους λάτρεις του ως ο «Ιππέας των Νεφών», δηλαδή αυτός που φέρνει τις βροχές. Ο Ιεχωβά είναι η πραγματική Πηγή όλης της εκπληκτικής δύναμης που υπάρχει στη φύση, αλλά είναι επίσης απείρως ανώτερος από οτιδήποτε έχει πλάσει. Ακόμη και οι υλικοί ουρανοί δεν μπορούν να τον χωρέσουν!
Πώς, όμως, βοήθησαν όλα αυτά τον Ηλία; Θυμηθείτε το φόβο του. Έχοντας στο πλευρό του έναν Θεό όπως ο Ιεχωβά, με όλη αυτή την ακατανίκητη δύναμη στη διάθεσή Του, δεν είχε κανέναν λόγο να φοβάται τον Αχαάβ και την Ιεζάβελ!
Μετά τη φωτιά, επικράτησε ησυχία. Ο Ηλίας άκουσε «μια ήρεμη, χαμηλή φωνή» που τον καλούσε να εκφραστεί και πάλι, πράγμα που έκανε, διατυπώνοντας τις ανησυχίες του για δεύτερη φορά. Ίσως αυτό του πρόσφερε επιπλέον ανακούφιση. Το σίγουρο είναι, όμως, ότι ο Ηλίας βρήκε ακόμη μεγαλύτερη παρηγοριά σε αυτά που του είπε μετά η «ήρεμη, χαμηλή φωνή». Ο Ιεχωβά τον διαβεβαίωσε ότι δεν ήταν ούτε κατά διάνοια άχρηστος. Πώς το έκανε αυτό; Ο Θεός τού αποκάλυψε πολλά σχετικά με το πώς θα εξελισσόταν ο σκοπός του σε βάθος χρόνου όσον αφορά τον πόλεμο εναντίον της λατρείας του Βάαλ στον Ισραήλ. Ήταν σαφές ότι το έργο του Ηλία δεν είχε πάει χαμένο, διότι ο σκοπός του Θεού προχωρούσε ακάθεκτα.
Επιπλέον, ο Ηλίας εξακολουθούσε να παίζει κάποιον ρόλο σε αυτόν το σκοπό, διότι ο Ιεχωβά τον έστειλε και πάλι να κάνει ένα έργο, δίνοντάς του συγκεκριμένες οδηγίες. Τι θα λεχθεί, όμως, για τα αισθήματα μοναξιάς που βασάνιζαν τον Ηλία; Ο Ιεχωβά έκανε δύο πράγματα σχετικά με αυτό.
Πρώτον, είπε στον Ηλία να χρίσει τον Ελισαιέ ως τον προφήτη ο οποίος τελικά θα τον διαδεχόταν. Αυτός ο νεότερος άντρας θα γινόταν συνεργάτης και βοηθός του για πολλά χρόνια. Πόσο χρήσιμη ήταν αυτή η παρηγοριά στην πράξη!
Δεύτερον, ο Ιεχωβά αποκάλυψε τα εξής συναρπαστικά νέα: «Έχω αφήσει εφτά χιλιάδες στον Ισραήλ, όλα τα γόνατα που δεν λύγισαν στον Βάαλ και κάθε στόμα που δεν τον φίλησε». Ο Ηλίας δεν ήταν καθόλου μόνος. Το ηθικό του πρέπει να αναπτερώθηκε όταν άκουσε ότι χιλιάδες πιστοί αρνούνταν να λατρέψουν τον Βάαλ. Αυτοί είχαν ανάγκη να συνεχίσει ο Ηλίας την πιστή του υπηρεσία, να αποτελεί παράδειγμα ακλόνητης οσιότητας στον Ιεχωβά σε εκείνους τους ζοφερούς καιρούς. Ο Ηλίας πρέπει να συγκινήθηκε βαθιά ακούγοντας αυτά τα λόγια μέσω του αγγελιοφόρου του Ιεχωβά, της “ήρεμης, χαμηλής φωνής” του Θεού του.
Όπως ο Ηλίας, έτσι και εμείς μπορεί δικαιολογημένα να κυριευόμαστε από δέος μπροστά στις ασύλληπτες φυσικές δυνάμεις που είναι φανερές στη δημιουργία. Αυτή αντανακλά έντονα τη δύναμη του Δημιουργού. Ακόμη και σήμερα ο Ιεχωβά χρησιμοποιεί ευχαρίστως την απεριόριστη κραταιότητά του για να βοηθάει τους πιστούς υπηρέτες του.
Ωστόσο, ο Θεός μάς μιλάει πληρέστερα μέσα από τις σελίδες του Λόγου του, της Αγίας Γραφής. Κατά μία έννοια, η Γραφή μοιάζει με εκείνη την «ήρεμη, χαμηλή φωνή», και μέσω αυτής ο Ιεχωβά σήμερα μας καθοδηγεί, μας διορθώνει, μας ενθαρρύνει και μας διαβεβαιώνει για την αγάπη του.
Δέχτηκε ο Ηλίας την παρηγοριά που του πρόσφερε ο Ιεχωβά στο Όρος Χωρήβ; Δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό! Σύντομα, δραστηριοποιήθηκε ξανά, και ήταν πάλι ο θαρραλέος, πιστός προφήτης που ύψωνε το ανάστημά του ενάντια στην πονηρία της ψεύτικης λατρείας. Αν παίρνουμε και εμείς στα σοβαρά τα λόγια του Θεού, “την παρηγοριά από τις Γραφές”, θα μπορούμε να μιμούμαστε την πίστη του Ηλία.