Αναίμακτη Ιατρική, Χειρουργική: με το βλέμμα στο μέλλον, σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα
Το αίμα είναι βιολογικός ιστός που μεταφέρει το DNA του ατόμου που το φέρει. Επομένως, μετά τη μετάγγιση ο ασθενής θα φέρει το DNA του αιμοδότη. Αν συλλογιστεί κανείς το ενδεχόμενο κάποιος να μεταγγιστεί δυο, τρεις φορές, προκύπτει το παράδειγμα της Χίμαιρας.
Μυθολογικά η Χίμαιρα ήταν ένα τέρας που το σώμα του αποτελούνταν από διαφορετικά ζώα. Είχε κεφάλι λιονταριού και κατσίκας και ουρά με το κεφάλι φιδιού. Τρία ζώα σε ένα.
Ένας άνθρωπος που έχει μεταγγιστεί με αίμα από τρεις διαφορετικούς αιμοδότες φέρει στο σώμα του ουσιαστικά τέσσερα – μαζί με το δικό του – διαφορετικά DNA. Ένας πολύ άμεσος και λογικός συνειρμός θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πολλές μεταλλάξεις και την εμφάνιση καινούριων ασθενειών.
Στην αρχή του 21ου αιώνα, η ευρέως διαδεδομένη ιατρική πρακτική της μετάγγισης επανεξετάζεται και αμφισβητείται για λόγους βιολογικούς, οικονομικούς και ηθικούς από ένα μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας. Η αλήθεια είναι ότι το αίμα είναι το πολυτιμότερο δώρο που μπορεί να προσφέρει ένας άνθρωπος στο συνάνθρωπό του, καθώς είναι το σημαντικότερο βιολογικό υγρό που διαθέτει.
Επίσης, είναι αλήθεια ότι η αιμοδοσία ως δώρο ζωής έχει προβληθεί εδώ και πολλές δεκαετίες ως αγαθή, αλτρουιστική και απαραίτητη πράξη και αδιαμφισβήτητα είναι. Πολύ συχνά στον Τύπο, σε τοπικό ή ευρύτερο επίπεδο, γίνεται έκκληση για περισσότερους αιμοδότες και περισσότερο αίμα. Κανείς όμως, ή έστω ελάχιστοι, έχουν διατυπώσει την απορία πού πηγαίνει όλο αυτό το αίμα, πώς χρησιμοποιείται και αν πραγματικά όλες αυτές οι μεταγγίσεις που γίνονται είναι αναγκαίες και ασφαλείς. Σκοπός λοιπόν, του συγκεκριμένου άρθρου είναι να δοθούν απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις και να προκληθεί περαιτέρω προβληματισμός πάνω στο θέμα των μεταγγίσεων και στην αναγκαιότητα της αναίμακτης ιατρικής.
Τι είναι η αναίμακτη ιατρική και χειρουργική;
Αν και ο όρος «αναίμακτη ιατρική» μπορεί να φαίνεται σαφής, εν τούτοις, πολύ συχνά, χρησιμοποιείται λανθασμένα ή συγχέεται με τις αναίμακτες χειρουργικές επεμβάσεις. Επομένως, κρίνεται απαραίτητο να γίνει μια σύντομη αποσαφήνιση των παραπάνω όρων.
Η σύγχρονη ιατρική τεχνολογία έχει δώσει πια τη δυνατότητα να πραγματοποιούνται από απλές μέχρι δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις ενδοσκοπικά με πολύ μικρές τομές ή με άλλες τεχνικές χωρίς ο ασθενής να χάνει αίμα. Παραδείγματα τέτοιων επεμβάσεων είναι η λαπαροσκόπηση, η αρθροσκόπηση, η στεφανιογραφία, η χειρουργική με πλοήγηση μέσω Η/Υ καθώς και πολλές πρακτικές της επεμβατικής ακτινολογίας. Αυτά τα χειρουργεία χαρακτηρίζονται σαφώς ως αναίμακτα, γιατί κατά τη διάρκειά τους ο ασθενής χάνει ελάχιστο έως καθόλου αίμα. Δεν αποκλείεται όμως, η πιθανότητα ο ασθενής να μεταγγιστεί με αίμα μετά την επέμβαση. Η αναίμακτη ιατρική και χειρουργική παρόλα αυτά είναι κάτι ευρύτερο και αφορά τη συνολική αντιμετώπιση του ασθενούς με σκοπό να μην μεταγγιστεί ούτε κατά τη διάρκεια αλλά ούτε και μετά την επέμβαση. Η αναίμακτη ιατρική λοιπόν, αναφέρεται σ’ εκείνες τις ιατρικές τεχνικές που είναι σχεδιασμένες να παρακολουθούν, να διατηρούν και να βελτιώνουν τ’ αποθέματα αίματος του ίδιου του ασθενούς, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ή αποκλειστεί η πιθανότητα μετάγγισης. Αυτές οι τεχνικές μπορεί να περιλαμβάνουν επί παραδείγματι διατροφικές προσαρμογές ή φαρμακευτική αγωγή με σκοπό την αύξηση του αιματοκρίτη και της αιμοσφαιρίνης, πριν το χειρουργείο, συλλογή αίματος, κατά τη διάρκεια της επέμβασης, και άλλες τεχνικές που θ’ αναλυθούν στη συνέχεια.
Ιστορική αναδρομή της μετάγγισης και της αναίμακτης ιατρικής
Η ιστορία της μετάγγισης είναι πάρα πολύ παλιά και η χρήση του αίματος μέσα στην ιστορία έχει εμπλακεί σε πολλές δοξασίες, μύθους και πειραματισμούς σε βαθμό που να μην μπορεί κάποιος εύκολα να διακρίνει πού τελειώνει η επιστήμη και πού ξεκινά η σφαίρα της δοξασίας και της προκατάληψης. Το 1818 γίνεται η πρώτη μετάγγιση από άνθρωπο σε άνθρωπο από το γιατρό Blundell, ύστερα από πολλούς αποτυχημένους και μοιραίους πειραματισμούς από ζώο σε ζώο και από ζώο σε άνθρωπο. Μέσα σε 10 χρόνια πραγματοποίησε 10 μεταγγίσεις. Οι μισοί ασθενείς πέθαναν. Η επανάσταση στις μεταγγίσεις λαμβάνει χώρα, στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν ο Karl Landsteiner ανακάλυψε τις ομάδες αίματος, γεγονός που του απέφερε το βραβείο Νόμπελ. Από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά, η μετάγγιση γίνεται η πιο συνηθισμένη ιατρική πράξη. Ήδη όμως από τα τέλη του 20ου αιώνα, άρχισε η έντονη κριτική για τα ουσιαστικά οφέλη της μετάγγισης αλλά και των κινδύνων αυτής. Η διάδοση της ηπατίτιδας B μεταξύ των στρατιωτών, κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, της ηπατίτιδας C τη δεκαετία του 1970 και του AIDS τη δεκαετία του 1980, αποκάλυψε ότι η μετάγγιση δεν έχει μόνο οφέλη, αλλά απεναντίας οι κίνδυνοι που ενέχει μπορεί να είναι περισσότεροι. 100 χρόνια περίπου, μετά την ανακάλυψη των ομάδων αίματος, τι ειρωνεία! έχει ανοίξει ένας διάλογος για τις μεθόδους διαχείρισης του αίματος, καθώς πλέον χαρακτηρίζεται ως επιτακτική ανάγκη.
Το σίγουρο είναι ένα: το ανθρώπινο αίμα είναι υπέρ-πολύτιμο. Οι άνθρωποι προσφέρουν αλτρουιστικά το αίμα τους με πίστη ότι θα χρησιμοποιηθεί σωστά. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ένα ακόμα ερώτημα που θα γίνει προσπάθεια ν’ απαντηθεί παρακάτω.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι από τη μετάγγιση: αποφεύγοντας τη Χίμαιρα
Ο ουσιαστικός προβληματισμός που τίθεται είναι, αν η μετάγγιση είναι ασφαλής. Η απάντηση είναι απόλυτα λογική: όχι. Ασφαλής μετάγγιση δεν υπάρχει. Και σ’ αυτό ,πρέπει να προσθέσουμε ότι η μετάγγιση είναι μια μη αναστρέψιμη διαδικασία. Για το λόγο αυτό, επιβάλλεται να τονιστεί ότι δεν πρέπει σε καμία περίπτωση ένας ασθενής να μεταγγίζεται, εάν δεν είναι απολύτως απαραίτητο και επαρκώς τεκμηριωμένο. Κανένας δεν μπορεί ν’ αποκλείσει ανεπιθύμητα συμβάντα ή ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Κι αν όλα αυτά ακούγονται λίγο περίεργα, ας δούμε τι σημαίνουν.
Το αίμα για να φτάσει από το δότη στον ασθενή περνάει διάφορες διαδικασίες από διαφορετικούς ανθρώπους, χώρους και μηχανήματα. Το λάθος μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε σημείο , δηλαδή στην αιμοδοσία, στο εργαστήριο, στην κλινική ή στο χειρουργείο, και η δυνατότητα να εντοπιστεί δεν είναι πάντα βέβαιη ή εύκολη. Το λάθος μπορεί να είναι στη συμβατότητα του αίματος, στον εργαστηριακό έλεγχο, στη μεταφορά, φύλαξη και χορήγηση αίματος ή των παραγώγων του αίματος, ακόμα και στο παραπεμπτικό. Αν και σχετικά σπάνια, έχουν εν τούτοις αναφερθεί περιστατικά μεταγγίσεων με μολυσμένο αίμα από τον ιό HIV ή ηπατίτιδας Β και C. Όπως πολύ σωστά επεσήμανε κάποιος γιατρός, μπορεί να είναι μια σπάνια περίπτωση, όμως είναι μόνιμη για αυτόν που την έχει.
Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις μπορεί να είναι άμεσες ή μακροπρόθεσμες. Μερικές από τις άμεσες αντιδράσεις είναι αλλεργικές, πυρετικές, αναφυλακτικές, οξείες αιμολυτικές, η ασυμβατότητα στις ομάδες αίματος ABO και το σύνδρομο ανοσολογικής αιτίας μη καρδιογενούς πνευμονικού οιδήματος (TRALI). Οι αντιδράσεις αυτές δεν μπορούν να προβλεφθούν πριν τη μετάγγιση, μπορούν όμως, ως κάποιο βαθμό, να ελεγχθούν με ενδελεχείς εργαστηριακούς ελέγχους, όταν φυσικά υπάρχει χρόνος και όταν κάποιος από τους εμπλεκόμενους δεν ασχοληθεί πλημμελώς με τα καθήκοντά του (πιθανότητα ανθρώπινου λάθους).
Οι μακροπρόθεσμες επιπλοκές από τη μετάγγιση περιλαμβάνουν ιογενείς και βακτηριδιακές λοιμώξεις. Ένα παράδειγμα ιογενών λοιμώξεων αναφέρθηκε παραπάνω και είναι οι ιοί του AIDS και της ηπατίτιδας. Παράδειγμα λοιμώξεων από πρωτόζωα, που μεταφέρονται με τη μετάγγιση, είναι η ελονοσία και η τοξοπλάσμωση, ενώ λοιμώξεων από βακτήρια είναι η ψευδομονάδα και ο εντερόκοκκος. Επίσης, υπάρχει και μια σπάνια νόσος, όπου τα Τ-λεμφοκύτταρα του δότη επιτίθενται στους ιστούς του δέκτη (νόσος μοσχεύματος κατά ξενιστή). Τέλος, μια σημαντική αντίδραση είναι η ανοσοκαταστολή, δηλαδή η αδρανοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος μετά τη μετάγγιση. Για το λόγο αυτό, διεξάγεται πολύ μεγάλη έρευνα ,τα τελευταία χρόνια ,για τη σχέση της μετάγγισης με την πρόγνωση των νεοπλασματικών όγκων. Σε πολλές περιπτώσεις, η μετάγγιση αλλάζει τη συμπεριφορά και τη δυναμική του όγκου προς το χειρότερο. Οι παράγοντες που μπορεί να ευθύνονται είναι πολλοί γι’ αυτό και η έρευνα συνεχίζεται ακατάπαυστα. Το χρονικό διάστημα που φυλάσσεται το αίμα καθώς και η παρουσία των λευκών αιμοσφαιρίων είναι δύο μόνο απ’ αυτούς τους παράγοντες που εξετάζονται.
Και αν αυτά μπορούν να θεωρηθούν λίγο ή πολύ γνωστά ή λογικά τεκμαιρόμενα, αυτό που λιγότερο περνάει από τη σκέψη μας είναι ότι η μετάγγιση αίματος είναι στην ουσία μια μορφή μεταμόσχευσης. Το αίμα είναι βιολογικός ιστός που μεταφέρει το DNA του ατόμου που το φέρει. Επομένως, μετά τη μετάγγιση ο ασθενής θα φέρει το DNA του αιμοδότη. Αν συλλογιστεί κανείς το ενδεχόμενο κάποιος να μεταγγιστεί δυο, τρεις φορές, προκύπτει το παράδειγμα της Χίμαιρας. Μυθολογικά η Χίμαιρα ήταν ένα τέρας που το σώμα του αποτελούνταν από διαφορετικά ζώα. Είχε κεφάλι λιονταριού και κατσίκας και ουρά με το κεφάλι φιδιού. Τρία ζώα σε ένα. Ένας άνθρωπος που έχει μεταγγιστεί με αίμα από τρεις διαφορετικούς αιμοδότες φέρει στο σώμα του ουσιαστικά τέσσερα – μαζί με το δικό του – διαφορετικά DNA. Ένας πολύ άμεσος και λογικός συνειρμός θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε πολλές μεταλλάξεις και την εμφάνιση καινούριων ασθενειών. Είναι άγνωστο, για πόσο καιρό ένα άτομο θα φέρει το DNA του αιμοδότη. Έρευνες όμως, σε στρατιώτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έδειξαν ότι και μετά από 50 χρόνια έφεραν ξένο DNA, επειδή μεταγγίστηκαν, λόγω τραυματισμού τους στο πεδίο της μάχης.
Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν την αδήριτη ανάγκη να μελετάται με πολύ μεγάλη προσοχή η σχέση οφέλους – κινδύνου για κάποιον ασθενή, πριν ληφθεί η απόφαση για μετάγγιση. Τα ιατρικά κριτήρια για την αναγκαιότητα της μετάγγισης πρέπει να είναι ακλόνητα και να θεμελιώνονται (στηρίζονται) στην πρόσφατη ιατρική βιβλιογραφία.
Πρόγραμμα διαχείρισης αίματος. Εναλλακτικές μέθοδοι αντί μετάγγισης
Κι αν κάποιος προβληματιστεί με την ανάγνωση του συγκεκριμένου άρθρου, εύλογα θα αναρωτηθεί αν υπάρχουν εναλλακτικές. Η αλήθεια είναι ότι εναλλακτικές μέθοδοι αντί μετάγγισης υπάρχουν. Χρειάζεται όμως ν’ απευθυνθεί σε γιατρούς και νοσοκομεία που ενστερνίζονται την ιδέα της αναίμακτης ιατρικής περίθαλψης.
Το πρόγραμμα διαχείρισης του αίματος περιλαμβάνει τρεις βασικές αρχές:
- την ανοχή στην αναιμία
- τη μεγιστοποίηση της ερυθροκυτταρικής μάζας
- την ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος
Ι)ΑΝΟΧΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΙΜΙΑ
Κρίνεται απολύτως απαραίτητη η αναθεώρηση της παραδοσιακής αντιμετώπισης της αναιμίας, όπου το «ας βάλουμε και μια μονάδα αίμα» είναι τόσο κοινό, όσο αν το αίμα ήταν απλά νερό. Αιματοκρίτης είναι το ποσοστό κυττάρων που περιέχεται στο αίμα, ενώ η αιμοσφαιρίνη είναι η πρωτεΐνη που μεταφέρει οξυγόνο και διοξείδιο του άνθρακα. Ακριβώς, επειδή από την αιμοσφαιρίνη εξαρτάται πόσο οξυγόνο θα φτάσει στους ιστούς, το βασικότερο κριτήριο για την απόφαση μετάγγισης πρέπει να είναι η αιμοσφαιρίνη και όχι ο αιματοκρίτης. Το 30% αιματοκρίτη και τα 10.0 gr/dL αιμοσφαιρίνης ως όρια για τη μετάγγιση είναι αυθαίρετα και πολύ παλιά (ορίστηκαν το 1942). Η κλινική εμπειρία έχει αποδείξει στην πράξη ότι τα όρια αυτά μπορούν να μετατοπιστούν χαμηλότερα ανάλογα την ηλικία, την καρδιαγγειακή κατάσταση και τις κλινικές συνθήκες ,χωρίς να υπάρχει κανένας κίνδυνος για τον ασθενή. Τελευταίες δημοσιεύσεις αναφέρουν ότι επίπεδα αιμοσφαιρίνης μέχρι και 6 gr/dL παρέχουν ασφάλεια στον ασθενή, λαμβάνοντας φυσικά υπόψη και τη γενικότερη κατάστασή του. Όταν το χειρουργείο είναι προγραμματισμένο, πρέπει να υπολογιστεί η αναμενόμενη απώλεια αίματος και με αυστηρούς εργαστηριακούς ελέγχους να διαπιστωθούν τα περιθώρια ασφάλειας, δηλαδή τα ανεκτά όρια ερυθροκυττάρων που μπορούν ν’ αντισταθμίσουν την αναμενόμενη απώλεια αίματος.
ΙΙ) ΜΕΓΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΙΚΗΣ ΜΑΖΑΣ
Η δεύτερη αρχή έρχεται στην ουσία να συμπληρώσει την πρώτη, δηλαδή την ανοχή στην αναιμία, με το να μεγιστοποιήσει την ερυθροκυτταρική μάζα. Ως ερυθροκυτταρική μάζα ορίζεται ο αριθμός των ερυθρών αιμοσφαιρίων στο αίμα. Είναι πολύ πιο ανέξοδο και απείρως πιο ασφαλές ν’ αυξηθεί η αιμοσφαιρίνη, πριν από το χειρουργείο, με τη χορήγηση σιδήρου, φιλικού οξέος και βιταμίνης Β12. Μια άλλη εναλλακτική, εξαιρετικά αποτελεσματική, είναι η χορήγηση ερυθροποιητίνης. Η ερυθροποιητίνη είναι μια ορμόνη, η οποία πυροδοτεί τον σχηματισμό ερυθρών αιμοσφαιρίων. Συνήθως χορηγείται 10-21 μέρες πριν το χειρουργείο με όφελος μεγαλύτερο αριθμό ερυθρών αιμοσφαιρίων, δηλαδή αιματοκρίτη. Έτσι ο ασθενής, ανάλογα και με την περίπτωση, θα μπορούσε να ξεκινήσει το χειρουργείο, ακόμα κι αν η αναμενόμενη απώλεια αίματος δεν είναι μικρή, με αιματοκρίτη της τάξης του 45-50%.
ΙΙΙ) ΕΛΑΧΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΑΙΜΑΤΟΣ
Ενώ οι δύο πρώτες αρχές αφορούν τον προ-εγχειρητικό σχεδιασμό, η τρίτη αρχή αφορά την ίδια τη διαδικασία της επέμβασης. Δύο είναι οι κατευθύνσεις που πρέπει ν’ ακολουθηθούν μέσα στο χειρουργείο, η ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος αλλά και η συλλογή του. Πρώτον, η ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος μπορεί να επιτευχθεί με διάφορους τρόπους, όπως με τη μείωση της φλεβικής πίεσης, τη διατήρηση σωστής θερμοκρασίας του σώματος, και τις αποτελεσματικές μεθόδους αιμόστασης. Δεύτερον, η συλλογή αίματος γίνεται μ’ ένα ειδικό μηχάνημα το οποίο συλλέγει το αίμα που χάνει ο ασθενής ,κατά τη διάρκεια της επέμβασης, το φιλτράρει και το επαναχορηγεί.
Σε επείγουσες περιπτώσεις όμως, όπως για παράδειγμα τα τραύματα ή τις εσωτερικές αιμορραγίες πεπτικού, θώρακος, κοιλιάς κλπ., δεν υπάρχει ο χρόνος για όλον αυτόν το σχεδιασμό. Γι’ αυτό, πρέπει η αντιμετώπιση αρχικά να στοχεύει στη διακοπή ή τον έλεγχο της αιμορραγίας και τη συλλογή αίματος, όπως αναφέρθηκε στην τρίτη αρχή. Ταυτόχρονα ξεκινάει η χορήγηση ερυθροποιητίνης και σιδήρου και η αποκατάσταση της θερμοκρασίας, καθώς η υποθερμία αυξάνει την απώλεια αίματος.
Στο τέλος της υποενότητας θα πρέπει να γίνει ειδική αναφορά στις δειγματοληψίες αίματος. Για ασθενείς με χρόνια νοσήματα ή μακρά νοσηλεία σε νοσοκομείο οι συνεχείς αιμοληψίες για τις απαραίτητες εξετάσεις μπορούν από μόνες τους να μειώσουν την αιμοσφαιρίνη. Φανταστείτε έναν ασθενή που νοσηλεύεται στη μονάδα εντατικής θεραπείας και η αιμοληψία γίνεται δύο φορές την ημέρα. Ήδη σε μια εβδομάδα η ποσότητα αίματος που χάνεται υπολογίζεται περίπου στα 200 ml. Η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη, όταν ο ασθενής είναι παιδί, που έχει εξ ορισμού πολύ μικρότερο όγκο αίματος. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητες οι μικρο-αιμοληψίες, δηλαδή η λήψη της ελάχιστης ποσότητας αίματος που απαιτείται για κάθε εξέταση.
Όλες οι παραπάνω μέθοδοι είναι ανέξοδες και ασφαλείς. Το κέρδος είναι διπλό, πρωτίστως για τον ασθενή, που αποφεύγει τους κινδύνους της μετάγγισης, και δευτερευόντως για το σύστημα υγείας, που στηρίζεται με τη σειρά του στους φορολογούμενους πολίτες. Αυτό το συμπέρασμα, έρχονται να επιβεβαιώσουν πολλές έρευνες που δείχνουν ότι η αντιμετώπιση χωρίς μετάγγιση μειώνει το χρόνο παραμονής στο νοσοκομείο, ελαφρύνοντας έτσι το κόστος. Ενώ το ποσοστό νοσηρότητας και θνησιμότητας δεν επηρεάζεται, αν ο ασθενής δε μεταγγιστεί. Σαφώς δεν είναι όλες οι παραπάνω εναλλακτικές μέθοδοι κατάλληλες για όλους τους ασθενείς. Ο θεράπων ιατρός με την ομάδα του κρίνει ποιες από όλες αυτές θα εφαρμοστούν σύμφωνα με τα δεδομένα της κάθε περίπτωσης και πάντα με μοναδικό κριτήριο το καλό του ασθενούς.
Με σεβασμό στο μέλλον και τον άνθρωπο
Η αναίμακτη ιατρική περίθαλψη αντιμετωπίζει την πρόκληση του μέλλοντος, ενώ ταυτόχρονα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ατενίζοντας το μέλλον, η πρώτη σκέψη που έρχεται στο μυαλό είναι το αυξανόμενο δημογραφικό πρόβλημα. Στις αναπτυγμένες χώρες ο πληθυσμός γερνάει και μειώνεται, επομένως, ο αριθμός των ασθενών, κυρίως των ηλικιωμένων, αυξάνεται. Κατ’ επέκταση, το κόστος της περίθαλψης βαίνει συνεχώς αυξανόμενο, ενώ αντίθετα τ’ αποθέματα αίματος συνεχώς μειούμενα. Εύκολα εξάγεται το συμπέρασμα, ότι η αυστηρότερη διαχείριση του αίματος δεν θα είναι για πολύ μια επιλογή, αλλά επιτακτική ανάγκη. Επιπλέον, το κόστος για κάθε μονάδα αίματος, τα τελευταία χρόνια, έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Σ’ αυτό το κόστος, πρέπει να συνυπολογιστεί το έμμεσο και μακροπρόθεσμο κόστος για την αντιμετώπιση των παρενεργειών της μετάγγισης και των αποζημιώσεων στους ασθενείς και στους ζώντες συγγενείς τους. Το συνολικό κόστος της ιατρικής περίθαλψης, με εύκολη απόφαση, μετατίθεται στους φορολογούμενους πολίτες, στους οποίους τελικά στηρίζεται το σύστημα υγείας.
Πολλές έρευνες τα τελευταία χρόνια, αλλά και η καθημερινή κλινική εμπειρία έχουν δείξει ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις άσκοπων μεταγγίσεων. Η μετάγγιση δεν αποφασίζεται για να βελτιωθεί η περίθαλψη του ασθενούς, αλλά για να νιώσει πιο εξασφαλισμένος ο γιατρός, παραβλέποντας τον κίνδυνο στον οποίο θέτει τον ασθενή. Όλα αυτά, τη στιγμή που η περίθαλψη χωρίς μετάγγιση μειώνει το χρόνο παραμονής του στο νοσοκομείο, χωρίς ν’ αυξάνεται η νοσηρότητα και η θνησιμότητα – δηλαδή, μειώνει περισσότερο το κόστος που επωμίζεται ο ασφαλισμένος – ενώ ταυτόχρονα εκμηδενίζονται οι κίνδυνοι για παρενέργειες κι επιπλοκές, δηλαδή ενισχύεται η ασφάλειά του. Βέβαια, αυτό προϋποθέτει την εκπαίδευση των γιατρών στις μεθόδους αναίμακτης ιατρικής και κάποιες προσθήκες στον εξοπλισμό, αλλά το κόστος για όλα αυτά είναι ασυγκρίτως χαμηλότερο από το κόστος των μεταγγίσεων. Πάνω απ’ όλα, χρειάζεται η πίστη και η διάθεση του ιατρικού και διοικητικού προσωπικού ν’ αναλάβουν μια τέτοια δέσμευση.
Τέλος, σημαντικός λόγος για την επιλογή της αναίμακτης ιατρικής περίθαλψης είναι ο σεβασμός στ’ ανθρώπινα δικαιώματα. Οι συνθήκες βιοηθικής, που έχουν υπογραφεί σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο, δίνουν τη δυνατότητα στον ασθενή να ενημερώνεται λεπτομερώς από τον θεράποντα γιατρό του σχετικά με την κατάσταση της υγείας του και τη θεραπεία του και ν’ αποφασίζουν από κοινού για την πορεία που θ’ ακολουθηθεί. Ο γιατρός οφείλει να ενημερώσει για τους κινδύνους της μετάγγισης και όλους τους εναλλακτικούς τρόπους θεραπείας και να συμμεριστεί τις ανάγκες και τις πεποιθήσεις του ασθενούς. Όλο και περισσότεροι ασθενείς ζητούν να μη μεταγγιστούν από φόβο, για τους κινδύνους που προαναφέρθηκαν, ενώ για άλλους είναι θέμα θρησκευτικών αντιλήψεων, όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ο ασθενής έχει δικαίωμα να επιλέξει τον τρόπο που θα νοσηλευθεί και θα θεραπευθεί. Έχει δικαίωμα ν’ αποδεχθεί ή ν’ απορρίψει κάτι που θα του προτείνει ο γιατρός. Είτε ένας ασθενής απορρίπτει παντελώς την ιδέα της μετάγγισης, είτε την αποδέχεται σε περιπτώσεις έσχατης ανάγκης έχει δικαίωμα να εκφράσει την άποψή του και τις ανησυχίες του στο γιατρό. Ο γιατρός με τη σειρά του έχει υποχρέωση να σεβαστεί τις αποφάσεις του ασθενούς και είτε να τον αναλάβει μ’ αυτήν τη δέσμευση, είτε να τον παραπέμψει σε κάποιον άλλον.
Συμπερασματικά…
Η αναίμακτη ιατρική και χειρουργική συμβάλλει σημαντικά στο δρόμο για πιο ηθική ιατρική, καθώς σέβεται τις επιλογές, τις πεποιθήσεις, τα δικαιώματα και την ασφάλεια του ασθενούς, καθώς και το φορολογούμενο πολίτη. Αντιλαμβάνεται και δέχεται τις προκλήσεις του μέλλοντος και θέτει το γιατρό ηθικό, υπεύθυνο και άξιο στυλοβάτη του συστήματος υγείας.
Μπροστά σ’ αυτήν την πρόκληση, ο Όμιλος Ιατρικού στέκεται με υπευθυνότητα και όραμα, οργανώνοντας Τμήμα Αναίμακτης Ιατρικής και Χειρουργικής στα πρότυπα των ιατρικά προηγμένων χωρών του κόσμου. Το τμήμα λειτουργεί στην κλινική Περιστερίου με προσωπικό κατηρτισμένο και πρόθυμο ν’ απαντήσει στις απορίες σας και ν’ ακούσει τους προβληματισμούς σας.
- Τριανταφυλλόπουλος Φ. Δημήτρης MD
- Ορθοπαιδικός Χειρουργός
- Τμήμα Αναίμακτης Ορθοπαιδικής Χειρουργικής & Ψηφιακά Καθοδηγούμενης Αρθροπλαστικής
Σχόλια (2)