Ώρες χαλαρές στο χωριό...
Αναρωτιέμαι ώρες – ώρες τι είναι αυτό που μας αρέσει στο χωριό και γιατί κάνουμε σαν τρελοί κάθε φορά που θα οργανώσουμε ταξίδι για την επαρχία. Είναι νομίζω, που μας λείπει αυτή η χαλαρή κατάσταση. Στην πόλη, στη δουλειά,πάντα θα υπάρχει μια αιτία για να είσαι στην πρέσα,να παλεύεις να ολοκληρώσεις κάτι σε συγκεκριμένους χρόνους, συνήθως στενούς... Εδώ όλα αυτά δεν έχουν θέση.
Το μεγάλο “πρόβλημα” από το πρωί είναι τι φαγητό θα φτιάξουν για το μεσημέρι. Και εδώ είναι και κάποιες διαφωνίες. Θα είναι στο τσουκάλι μεγειρευτό ή στα κάρβουνα; Αχ, και να 'ταν τέτοια και τα δικά μας προβλήματα... Μάλλον όμως είναι πιο πολύπλοκα...
Εδώ ο Ρήγας, στο πρώτο του μεγάλο ταξίδι – επιστροφή στον τόπο που γεννήθηκε πριν από δυο μήνες, προσπαθεί να “σωθεί” από τον Άρη, που δεν τρέφει και τόσο φιλικά αισθήματα απέναντί του. Ούτε την μητέρα ή τα αδέρφια του έχει δει. Έχουν πάει δίπλα στο σπίτι του γείτονα κι αυτός δεν το κουνάει ούτε βήμα από το δωμάτιο.
Μπορεί να φταίει και ο καιρός με την ψυχρούλα του, αλλά του αρέσει να κοιμάται, μαχμουρλής καθώς είναι. Ήσυχος όμως είναι. Ούτε γκρινιάζει, ούτε τίποτα. Και στο ταξίδι ήταν καλός. Μπήκε στον γατοφόρο του, αλλά του άρεσε πιο πολύ ελεύθερος μέσα στο αυτοκίνητο... Λίγο χρόνο χρειάστηκε μέχρι να εγκλιματιστεί και μετά ήταν ιδιαίτερα άνετος.
Σταματήσαμε μια στάση στην Αλέα, λίγο μετά τη σήραγγα του Αρτεμισίου. Να ξαποστάσουμε,να πάρουμε λίγο αέρα... Και περιμένοντας έξω τον Λάμπρο να τσιμπήσει “γνωριστήκαμε” έξω με τον Ζήκο. Ένα σκυλούνο δέκα φορές μεγαλύτερο από τον Ρήγα. Τα βρήκαν. Αθηναίος κι αυτός, πήγαινε με το αφεντικό του στην Μεσσηνιακή Μάνη. Κουβεντιάσαμε. Αρχίζω και απολαμβάνω αυτή την κουλτούρα των ζωόφιλων. Ανοίγονται πιο εύκολα, κουβεντιάζουν, υπάρχει ένα κοινό σημείο επικοινωνίας που κάνει τα πράγματα πιο εύκολα...
Δεν έχω βγει ακόμα έξω. Είπαμε ο καιρός είναι για μέσα το δίχως άλλο. Κι αυτό το τεμπέλιασμα από κρεβάτι σε κρεβάτι είναι από τα πιο όμορφα που μου έχουν προκύψει τελευταία.
Το απογευματάκι όμως θα βγω. Θέλω να περπατήσω λίγο στους δρόμους του χωριού. Να μυρίσω βρεγμένο χώμα. Να ανοίξω τα πνευμόνια μου να πάρω καθαρό αέρα και οξυγόνο. Τέτοια μικρά πράγματα ουσίας, είναι που χρειαζόμαστε, τέτοια είναι που μας λείπουν. Κι ένα ρολόι που δεν είναι απαραίτητο παρά μόνο για να συντονιστούμε στην κοινή ώρα που θα βρεθούμε όλοι γύρω από το τραπέζι για φαΐ.
Κι ύστερα αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που μας αρέσει τόσο πολύ στο χωριό. Μα, όλα αυτά και μαζί η αίσθηση της ανεμελιάς και της ελευθερίας. Και πιστέψτε με δεν είναι καθόλου λίγα...