Μόνο ο ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ του Δ. Ρίζου και η ΒΡΑΔΥΝΗ από τα απογευματινα φύλλα είχαν την είδηση. Οι "μεγάλες" εφημερίδες χαμπάρι δεν πήραν ή την έκρυψαν;
Και ξαφνικά το τοπίο άλλαξε... Τα δικαστήρια άρχισαν να βγάζουν αποφάσεις που τιμούν τα παντελόνια τους. Και οι εμπνευστές των Μνημονίων και των περικοπών μισθών και συντάξεων είναι σε δύσκολη θέση. Τι να πουν τώρα άραγε; Πού να κρύφτηκε ο λαλίστατος κ. Βενιζέλος;
Δείτε πώς έχει η είδηση που σήμερα κάνει το γύρο των media. Φυσικά μην περιμένετε να τη δείτε αναλυτικά στο δελτίο των οκτώ του MEGA. Τέτοιες ειδήσεις τις... κρύβουν. Ιδού λοιπόν:
Στην Δικαιοσύνη είχαν προσφύγει οι εργαζόμενοι στην εταιρεία ΣΤΑΣΥ" (πρώην ΑΜΕΛ Α.Ε.) η οποία είναι θυγατρική της "Αττικό Μετρό".
Η απόφαση του Ειρηνοδικείου ανατρέπει τα έως σήμερα δεδομένα, καθώς έκρινε αντισυνταγματικούς τους Νόμους 3833/2010 και 3845/2010, με τους οποίους επιβλήθηκαν μειώσεις των αποδοχών και των επιδομάτων των εργαζομένων στο Δημόσιο τομέα.
Είναι η πρώτη απόφαση των πολιτικών δικαστηρίων που έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε ότι οι μνημονικοί περιορισμοί στις αποδοχές των εργαζομένων είναι συμβατοί με τις επιταγές του Συντάγματος και την Ευρωπαϊκή και διεθνή νομοθεσία.
Ειδικότερα, η απόφαση αναφέρει ότι τόσο ο νόμος 3833/2010 που αφορά στα επείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της δημοσιονομικής κρίσης, όσο και ο νόμος 3845/2012 για τα μέτρα εφαρμογής του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη μέλη της ζώνης του Ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό ταμείο (ΔΝΤ) είναι αντίθετο στα άρθρα 4, 22, 23, 25, 28 και 106 του Συντάγματος, στο άρθρο 11 της ΕΣΔΑ και στις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας 151/1978 και 14/1981.
Στη δικαστική απόφαση υπογραμμίζεται ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν σε βάρος των εργαζομένων πραγματοποιούν ανεπίτρεπτη επέμβαση στην συλλογική αυτονομία, με αποτέλεσμα να καταλύουν τα άρθρα 22 και 23 του Συντάγματος, ενώ δεν συνοδεύονται από αντισταθμιστικά μέτρα, όπως είναι η μείωση των τιμών και των φόρων. Αντίθετα, μάλιστα, προστίθεται στην απόφαση, επιβλήθηκαν φοροεισπρακτικού χαρακτήρα μέτρα.
Πέραν τούτου, σημειώνεται στην επίμαχη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, παραβιάζεται και το άρθρο 4 του Συντάγματος (περί ισότητας), καθώς έγινε μείωση ίδιου ύψους στις αποδοχές τόσο των υψηλόμισθων όσο και των χαμηλόμισθων.
Ακολουθεί η επίμαχη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία ανατρέπει την οικονομική πολιτική και τη λιτότητα που επιβλήθηκε την τελευταία διετία στον δημόσιο τομέα.
"Η επέμβαση στη συλλογική αυτονομία πρέπει να συνιστά μέτρο όλως εξαιρετικό και να μην υπερβαίνει μία εύλογη χρονική περίοδο, να συνοδεύεται δε από επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία του επιπέδου ζωής των εργαζομένων, τηρουμένης, σε κάθε περίπτωση, της αρχής της αναλογικότητας, η οποία αποτελεί συνταγματικό περιορισμό των νομοθετικών περιορισμών των συνταγματικών θεμελιωδών δικαιωμάτων, επιτάσσοντας ότι μεταξύ του νόμιμου σκοπού που επιδιώκει ένας περιορισμός του δικαιώματος και του συγκεκριμένου περιορισμού πρέπει να υπάρχει εύλογη σχέση. Η εφαρμογή της αρχής αυτής θεμελιώνεται αφενός στο εσωτερικό μας δίκαιο, και συγκεκριμένα στο άρθρο 25 παρ. 1δ’ του Συντάγματος, και αφετέρου στις διατάξεις της Ε.Σ.Δ.Α. για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, που έχει κυρωθεί από τη χώρα μας με τον Ν. 53/1979 και δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 1 του Συντάγματος έχει υπερνομοθετική ισχύ. Έτσι, σε περίπτωση μείωσης αποδοχών και επιδομάτων, πρέπει να εξετάζεται η αναλογικότητα του μέτρου προς τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος και να τηρείται η προϋπόθεση ότι τα μέτρα δεν επιφέρουν δυσανάλογη προσβολή, εν όψει του επιδιωκόμενου σκοπού, σε συνταγματικά δικαιώματα και αγαθά, σε καμία περίπτωση δε δεν δικαιολογείται να καταλύονται θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος (22 παρ. 2 και 23 παρ. 1)".
Σε ό,τι αφορά το άρθο 106 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο μπορεί χάριν του εθνικού συμφέροντος να περιοριστεί η συλλογική αυτονομία που καθιερώνεται με το άρθρο 22 του Συντάγματος για περιορισμένο και εύλογο όμως χρονικό διάστημα και πάντα τηρώντας την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και τις διατάξεις της ΕΣΔΑ, η κυρία Κουτρουβίδα επισημαίνει:
"Στην προκειμένη περίπτωση και αν ακόμη δεχθούμε ότι οι περιορισμοί αυτοί τέθηκαν χάριν του εθνικού συμφέροντος, εκτός του ότι δεν είναι συμβατοί με τις διεθνείς συμβάσεις εργασίας, επιφέρουν δυσμενείς για τους εργαζόμενους τροποποιήσεις, χωρίς να εγγυώνται ότι ο περιορισμός των συλλογικών διαπραγματεύσεων έχει περιορισμένο χρονικό ορίζοντα, ώστε να είναι συνταγματικά ανεκτή η επέμβαση στη συλλογική αυτονομία, με αποτέλεσμα να καταλύονται στην πραγματικότητα οι επίμαχες συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του Συντάγματος".
Ως προς την αιτιολογία της αναγκαιότητας λήψης των επίδικων μέτρων που αφορούν στις μειώσεις των αποδοχών και των επιδομάτων των εργαζομένων, η ειρηνοδίκης Αθηνών υπογραμμίζει:
"Η αιτιολογία της αναγκαιότητας για τη λήψη των επίδικων μέτρων που αφορούν τις μειώσεις των αποδοχών και επιδομάτων των εργαζομένων που προβλέπονται, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, είναι προφανώς ελλιπής, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι τα μέτρα αυτά καταργούν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και ουσιαστικά την συνδικαλιστική ελευθερία και συλλογική αυτονομία, είναι δε αντίθετα με τις Διεθνείς Συμβάσεις, που έχει συνάψει η Ελλάδα και που δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 1 του Συντάγματος έχουν αποκτήσεις υπερνομοθετική ισχύ. Κατά συνέπεια, με τα επίδικα μέτρα παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, καθώς, εκτός από την παραπάνω ανεπίτρεπτη μονιμότητα του χαρακτήρα τους, δεν βρίσκονται σε αντιστοιχία με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ούτε συνοδεύονται με αντισταθμιστικά μέτρα (μείωση τιμών, άμεσων και έμμεσων φόρων κ.λπ.) και εγγυήσεις για την προστασία ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού της χώρας. αντίθετα, όπως είναι γνωστό, επιβάλλονται στους πολίτες ταυτόχρονο με μία σειρά ιδιαίτερα σκληρών φοροεισπρακτικών μέτρων που προβλέπουν μείωση ή κατάργηση αφορολόγητων ορίων και τα οποία πλήττουν τις πλέον ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες, την προστασία των οποίων έπρεπε να εγγυώνται και να διαφυλάττουν".
Καταλήγοντας το Ειρηνοδικείο Αθηνών σημειώνει:
"Είναι προφανές ότι η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 5 του Ν. 3833/2010, σύμφωνα με την οποία καθιερώνεται μείωση των αποδοχών των εργαζομένων που υπάγονται στη ρύθμιση του εν λόγω άρθρου κατά γενικευμένο ποσοστό 7%, καθώς και των επιδομάτων Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας κατά επίσης γενικό ποσοστό 30%, αντίκειται στο άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Η μείωση των αποδοχών και των ως άνω επιδομάτων κατά το ίδιο γενικό ποσοστό που καταλαμβάνει τόσο τους υψηλόμισθους όσο και τους χαμηλόμισθους εργαζομένους αντίκειται στην ανωτέρω διάταξη και οδηγεί τους μεν υψηλόμισθους στο να εξακολουθούν να διατηρούν ένα ικανοποιητικό και αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, ενώ τους χαμηλόμισθους, οι οποίοι αποτελούν ένα ιδιαίτερα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, το οποίο στο όνομα του γενικού συμφέροντος έπρεπε να προστατεύεται, τους οδηγούν στην κοινωνική και οικονομική εξαθλίωση, αφού εκμηδενίζουν στην ουσία τις αποδοχές τους και τους αναγκάζουν, κατά παράβαση της ως άνω διάταξης, να συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη κατά φανερή αναντιστοιχία με τις δυνάμεις τους, ενισχύοντας δε την άποψη ότι η αιτιολογία της λήψης των οριζόμενων με τις ένδικες διατάξεις μέτρων που εδράζεται στο δημόσιο συμφέρον είναι προβληματική και ελλιπής".