16 Σεπτεμβρίου 1904 - 16 Σεπτεμβρίου 2010
106 χρόνια από τότε που ηλεκτροκινήθηκε ο Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος Αθηνών – Πειραιώς.
Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα της εποχής εκείνης.
Από το βιβλίο-λεύκωμα ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΙ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΙ 1869-1969, που είχε κυκλοφορήσει το 1969 από τη Διοίκηση των ΕΗΣ για να τιμηθούν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι για τα 100 χρόνια από την ίδρυση της Εταιρίας, αναδημοσιεύουμε το πώς παρουσιάζεται στο βιβλίο η ηλεκτροκίνηση, αλλά και τα σχόλια του τύπου, για το νέο απόκτημα της Αθήνας:
Προς την ηλεκτροκίνηση (1898 – 1904)
Ο Σ.Α.Π. ήταν πάντοτε προοδευτικός. Οι διευθύνοντες έβλεπαν ότι ο ατμήλατος σιδηρόδρομος δεν επαρκούσε πια. Ο θόρυβος του και η μαυρίλα που άφηναν οι ατμομηχανές του ήταν σοβαρά μειονεκτήματα. Σιγά σιγά άρχισε να γεννιέται η ιδέα της μετατροπής του σε ηλεκτρικό.
Στις 28 Μαρτίου του 1898 ο Υπουργός των Εσωτερικών Γ. Ν. Θεοτόκης, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Σ.Α.Π. Ν. Φιλαρέτος και ο Πρόεδρος της « Εταιρείας Προεκτάσεως» (Ψύχα) Ιωάννης Βαλαωρίτης υπέγραψαν σύμβαση για τη συγχώνευση των δύο εταιριών και την αντικατάσταση του ατμού με ηλεκτρισμό. Το προνόμιο του Σ.Α.Π., σύμφωνα με τη νέα σύμβαση, παρατάθηκε για έξι ακόμη χρόνια, δηλαδή ως το 1945. Η σύμβαση κυρώθηκε στις 11 Απριλίου / 25 Μαΐου 1900, με τον Νόμο ΒΨΦΕ΄. Παράλληλα το μετοχικό κεφάλαιο αυξήθηκε κατά 658.700 δραχμές με την έκδοση 3.274 μετοχών, για να εξαγορασθούν οι 14.000 μετοχές της παλιάς εταιρίας. Οι 4.500 παλιές μετοχές ανταλλάχθηκαν με μια νέα.
Για να τηρήση την υποχρέωση που είχε αναλάβει η εταιρία για την ηλεκτροκίνηση, προκήρυξε μειοδοτικό διαγωνισμό. Σ’ αυτόν έλαβαν μέρος οι πιο σοβαρές εταιρίες του εσωτερικού και του εξωτερικού. Όσο για την παροχή του ρεύματος και τη συντήρηση των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων προκρίθηκε η «Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία». Η εταιρία αυτή είχε ιδρυθή το 1896, από τον Μηχανικό Κωνσταντίνο Νικολαΐδη, και εξαγόρασε από την «Εταιρεία Εργοληπτών» ολόκληρη την επιχείρηση ηλεκτροφωτισμού της Αθήνας.
Η νέα εταιρία έκτισε καινούριο εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος στο Νέο Φάληρο και διευθυντές ορίσθηκαν ο Κωνσταντίνος Νικολαΐδης, ο αρχιμηχανικός Σπύρος Αγαπητός και, αργότερα, ο καθηγητής Κωνσταντίνος Στάμου, επίσης αρχιμηχανικός. Οι νέες εγκαταστάσεις ήταν πια σε θέση να ηλεκτροκινήσουν τον σιδηρόδρομο Αθηνών – Πειραιώς και τους τροχιοδρόμους της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων. Το ρεύμα λοιπόν ήταν εξασφαλισμένο, έπρεπε όμως να γίνουν μελέτες για το πώς θα κινείται ο σιδηρόδρομος. Ο Σ.Α.Π. ζητούσε το πιο τέλειο σύστημα. Έτσι, η εταιρία έστειλε τον διαχειριστή της στην Ευρώπη για να ιδή από κοντά τα συστήματα που εφάρμοζαν τα διάφορα κράτη. Ύστερα από πολλές μελέτες αποφασίσθηκε να γίνεται η διοχέτευση του ρεύματος με ισόγεια τρίτη ράβδο, που θα ήταν τοποθετημένη επάνω σε μονωτήρες στο διάκενο των δύο γραμμών.
Αφού κατέληξε στην απόφαση αυτή, η εταιρία υπέβαλε στο Υπουργείο των Εσωτερικών τα σχέδια και τα διαγράμματα, καθώς και άλλες μελέτες, για την κατασκευή διαβάσεων επάνω από τη σιδηροδρομική γραμμή. Στα σχέδια υπήρχε πρόβλεψη και για τα βαγόνια που έπρεπε να προμηθευθή η εταιρία.
Το Υπουργείο των Εσωτερικών ενέκρινε τις διαβάσεις, και το 1902 άρχισε η κατασκευή τους. Όσο για τους μονωτήρες και τις συνδέσεις ανέλαβε να τις προμηθεύση η « Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία». Το κόστος τους έφθασε τα 142.000 χρυσά φράγκα. Η κατασκευή των διαβάσεων ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 1904 και έτσι το υπουργείο παρέλαβε τελειωμένο το έργο στις 20 Αυγούστου του 1904 με ειδική επιτροπή παραλαβής. Στο μεταξύ η εταιρία αποφάσισε να εφοδιασθή με είκοσι αυτοκίνητες ηλεκτρικές άμαξες, είκοσι ρυμουλκούμενες και δύο ηλεκτράμαξες, από την εταιρία «Τόμσον Χούστον».
Το 1902 ανεγέρθηκε νέο εργοστάσιο στο χώρο του σταθμού του Θησείου και το 1903 ιδρύθηκε άλλο κοντά στο σταθμό του Πειραιά.
Σύμφωνα με την υποχρέωση που είχε αναλάβει ο Σ.Α.Π., η ηλεκτροκίνηση έπρεπε ν’ αρχίση μέσα σε τρία χρόνια από τη δημοσίευση του νόμου ΒΨΞΕ’ της 25 Μαΐου του 1900 στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Έτσι, η προθεσμία έληγε στις 25 Μαΐου του 1903. Τον Ιούνιο όμως του 1903 η «Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρεία» εδήλωσε ότι, εξαιτίας πυρκαϊας που σημειώθηκε στο γαλλικό εργοστάσιο στο οποίο είχε παραγγελθή το υλικό, η παράδοσή του θα καθυστερούσε. Ο Σ.Α.Π. εζήτησε τότε από το Υπουργείο των Εσωτερικών να παρατείνη την προθεσμία λόγω ανωτέρας βίας ως τις 31 Δεκεμβρίου του 1903. Το υπουργείο ενέκρινε το αίτημα. Αλλά και αυτή η παράταση δεν έφθασε. Ζητήθηκε και δεύτερη, και αυτή χορηγήθηκε. Ζητήθηκε και τρίτη, παραχωρήθηκε και αυτή. Ήταν η τελευταία. Έτσι, η ηλεκτροκίνηση άρχισε μόλις στις 10 Σεπτεμβρίου του 1904. Και ο σιδηρόδρομος λειτούργησε για το κοινό στις 16 Σεπτεμβρίου.