Ένας Κρυμμένος Θησαυρός Έρχεται στο Φως. Η Ιστορία της Αγίας Γραφής του Μακαρίου
Το 1993 ένας ερευνητής βρήκε στη Ρωσική Εθνική Βιβλιοθήκη στην Αγία Πετρούπολη μια στοίβα από παλιά, κιτρινισμένα περιοδικά «Επιθεώρηση της Ορθοδοξίας». Μέσα στις σελίδες των περιοδικών που εκδόθηκαν από το 1860 ως το 1867, βρισκόταν ένας θησαυρός ο οποίος παρέμενε κρυμμένος από το ρωσικό κοινό επί έναν και πλέον αιώνα. Ήταν μια μετάφραση ολόκληρων των Εβραϊκών Γραφών, ή αλλιώς της «Παλαιάς Διαθήκης», στη ρωσική γλώσσα!
Οι μεταφραστές των Γραφών ήταν ο Μιχαήλ Γιακόβλεβιτς Γκλουκχάρεφ, γνωστός ως Αρχιμανδρίτης Μακάριος, και ο Γκεράσιμ Πετρόβιτς Πάβσκι. Και οι δύο ήταν εξέχοντα μέλη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας καθώς και γλωσσολόγοι. Όταν αυτοί οι άντρες άρχισαν το έργο τους στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, δεν είχε μεταφραστεί ακόμη ολόκληρη η Αγία Γραφή στη ρωσική.
Είναι αλήθεια ότι υπήρχε Αγία Γραφή στη σλαβονική, μια γλώσσα που αποτέλεσε τον πρόδρομο της σύγχρονης ρωσικής. Εντούτοις, στα μέσα του 19ου αιώνα, η σλαβονική είχε περιέλθει προ πολλού σε αχρηστία, και χρησιμοποιούνταν μόνο στις θρησκευτικές τελετουργίες από τον κλήρο. Παρόμοια κατάσταση είχε δημιουργηθεί και στη Δύση, όπου η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προσπάθησε να διατηρήσει την Αγία Γραφή αποκλειστικά και μόνο στη λατινική πολύ καιρό αφότου αυτή είχε γίνει νεκρή γλώσσα.
Ο Μακάριος και ο Πάβσκι προσπάθησαν να κάνουν την Αγία Γραφή προσιτή στον κοινό λαό. Επομένως, η ανακάλυψη του έργου τους, που ήταν επί χρόνια ξεχασμένο, έδωσε τη δυνατότητα να αποκατασταθεί ένα σημαντικό μέρος της λογοτεχνικής και θρησκευτικής κληρονομιάς της Ρωσίας.
Εντούτοις, ποιοι ακριβώς ήταν ο Μακάριος και ο Πάβσκι; Και γιατί συνάντησαν τέτοια αντίσταση οι προσπάθειες που κατέβαλαν για να μεταφράσουν την Αγία Γραφή στην κοινή γλώσσα του λαού; Για όλους όσους αγαπούν την Αγία Γραφή, η ιστορία τους είναι συναρπαστική και ενισχυτική για την πίστη.
Η Ανάγκη για μια Ρωσική Αγία Γραφή
Ο Μακάριος και ο Πάβσκι δεν ήταν οι πρώτοι που διέκριναν ότι υπήρχε ανάγκη για μια Αγία Γραφή στην κοινή γλώσσα του λαού. Εκατό χρόνια νωρίτερα, ο Ρώσος τσάρος Πέτρος Α΄, ή αλλιώς Πέτρος ο Μέγας, είχε διακρίνει και αυτός την ανάγκη. Είναι σημαντικό το ότι έτρεφε σεβασμό για τις Άγιες Γραφές, και μάλιστα λέγεται ότι είπε: «Η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο που υπερέχει από όλα τα άλλα και περιέχει οτιδήποτε αφορά τα καθήκοντα του ανθρώπου απέναντι στον Θεό και στον πλησίον του».
Έτσι, το 1716, ο Πέτρος διέταξε τη βασιλική αυλή του να φροντίσουν να τυπωθεί μια Αγία Γραφή στο Άμστερνταμ με δικά του έξοδα. Σε κάθε σελίδα θα υπήρχε μία στήλη με ρωσικό κείμενο και μία στήλη με ολλανδικό. Ένα μόνο χρόνο αργότερα, το 1717, ήταν έτοιμο το τμήμα των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, που λέγεται αλλιώς «Καινή Διαθήκη».
Το 1721 τυπώθηκε επίσης το ολλανδικό τμήμα μιας τετράτομης μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών. Η μία στήλη είχε αφεθεί κενή για να προστεθεί σε αυτήν αργότερα το ρωσικό κείμενο. Ο Πέτρος παρέδωσε τις Γραφές στην «Ιερά Σύνοδο» της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας —την υπέρτατη θρησκευτική αρχή της εκκλησίας— για να ολοκληρώσει την εκτύπωση και να αναλάβει τη διανομή. Εντούτοις, η σύνοδος δεν συνέχισε το έργο.
Λιγότερο από τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Πέτρος πέθανε. Τι απέγιναν οι Γραφές του; Οι άδειες στήλες οι οποίες προορίζονταν για το ρωσικό κείμενο δεν γέμισαν ποτέ. Οι Άγιες Γραφές συγκεντρώθηκαν σε μεγάλες στοίβες σε ένα υπόγειο, όπου σάπισαν —ούτε ένα ακέραιο αντίγραφο δεν βρέθηκε αργότερα! Η απόφαση της συνόδου ήταν να «πουληθεί ό,τι απέμεινε στους εμπόρους».
Αρχίζουν Προσπάθειες για τη Μετάφραση
Το 1812, ο Τζον Πάτερσον, ένα μέλος της Βιβλικής Εταιρίας για τη Βρετανία και το Εξωτερικό, ήρθε στη Ρωσία. Ο Πάτερσον ξεσήκωσε μέσα στους κύκλους των διανοουμένων της Αγίας Πετρούπολης το ενδιαφέρον για την ίδρυση μιας Βιβλικής εταιρίας. Στις 6 Δεκεμβρίου 1812 —το ίδιο έτος κατά το οποίο ο ρωσικός στρατός απώθησε τα στρατεύματα εισβολής του Ναπολέοντα Α΄— ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ ενέκρινε το καταστατικό της Ρωσικής Βιβλικής Εταιρίας. Το 1815 ο τσάρος παρήγγειλε στον πρόεδρο της εταιρίας, τον Πρίγκιπα Αλεξάντερ Γκολίτσιν, να εισηγηθεί στη διοικούσα σύνοδο ότι «και οι Ρώσοι θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διαβάζουν το Λόγο του Θεού στη δική τους μητρική γλώσσα, τη ρωσική».
Είναι αξιέπαινο το ότι δόθηκε η έγκριση για τη μετάφραση των Εβραϊκών Γραφών στη ρωσική απευθείας από την πρωτότυπη εβραϊκή. Η αρχαία ελληνική Μετάφραση των Εβδομήκοντα είχε αποτελέσει τη βάση για μεταφράσεις των Εβραϊκών Γραφών στη σλαβονική. Σε αυτούς που επρόκειτο να μεταφράσουν την Αγία Γραφή στη ρωσική ειπώθηκε ότι οι βασικές αρχές της μετάφρασης έπρεπε να είναι η ακρίβεια, η σαφήνεια και η γνησιότητα. Τι απέγινε με εκείνες τις αρχικές προσπάθειες για τη μετάφραση της Αγίας Γραφής στη ρωσική γλώσσα;
Καίριο Πλήγμα στη Μετάφραση της Αγίας Γραφής;
Ορισμένα συντηρητικά στοιχεία τόσο στην εκκλησία όσο και στην κυβέρνηση άρχισαν σύντομα να έχουν επιφυλάξεις απέναντι στην ξένη θρησκευτική και πολιτική επιρροή. Μερικοί εκκλησιαστικοί ηγέτες ισχυρίστηκαν μάλιστα ότι η σλαβονική —η γλώσσα των θρησκευτικών τελετουργιών— εξέφραζε το άγγελμα της Αγίας Γραφής καλύτερα από ό,τι η ρωσική.
Έτσι, η Ρωσική Βιβλική Εταιρία διαλύθηκε το 1826. Αρκετές χιλιάδες αντίτυπα των μεταφράσεων που εξέδωσε η Βιβλική εταιρία παραδόθηκαν στην πυρά. Ως αποτέλεσμα, η Αγία Γραφή υποσκελίστηκε από το τελετουργικό και τις παραδόσεις. Ακολουθώντας το υπόδειγμα που έθεσε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η σύνοδος διέταξε το 1836: «Κάθε πιστός λαϊκός μπορεί να ακούει τις Γραφές, αλλά κανένας δεν επιτρέπεται να διαβάζει ορισμένα μέρη των Γραφών, ιδιαίτερα της Παλαιάς Διαθήκης, χωρίς καθοδηγία». Η μετάφραση της Αγίας Γραφής φαινόταν πως είχε δεχτεί ένα καίριο πλήγμα.
Το Έργο του Πάβσκι
Στο μεταξύ, ο Γκεράσιμ Πάβσκι, ένας καθηγητής της εβραϊκής γλώσσας, ανέλαβε το έργο της μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών στη ρωσική. Το 1821 ολοκλήρωσε τη μετάφραση των Ψαλμών. Ο τσάρος έδωσε αμέσως την έγκρισή του, και τον Ιανουάριο του 1822 το βιβλίο των Ψαλμών είχε ήδη κυκλοφορήσει στο κοινό. Η ανταπόκριση και η αποδοχή ήταν άμεσες, και χρειάστηκε να ανατυπωθεί 12 φορές —σε 100.000 αντίτυπα συνολικά!
Οι προσπάθειες του Πάβσκι ως λογίου απέσπασαν το σεβασμό πολλών γλωσσολόγων και θεολόγων. Ο Πάβσκι περιγράφεται ως ευθύς και έντιμος άντρας, που δεν είχε καμία σχέση με τις ραδιουργίες των γύρω του. Παρά την εναντίωση της εκκλησίας στη Ρωσική Βιβλική Εταιρία και το γεγονός ότι μερικοί νόμιζαν πως αυτή εκπροσωπούσε ξένα συμφέροντα, ο καθηγητής Πάβσκι συνέχισε να μεταφράζει στη ρωσική Γραφικά εδάφια τα οποία παρέθετε στις διαλέξεις του. Οι σπουδαστές του που τον θαύμαζαν αντέγραφαν με το χέρι τις αποδόσεις του και, με τον καιρό, μπόρεσαν να συγκεντρώσουν το έργο του. Το 1839 τόλμησαν να τυπώσουν 150 αντίτυπα στο πιεστήριο της ακαδημίας — χωρίς την άδεια των λογοκριτών.
Η μετάφραση του Πάβσκι έκανε εξαιρετική εντύπωση στους αναγνώστες του και η ζήτησή της αυξανόταν συνεχώς. Αλλά το 1841, έγινε κάποια ανώνυμη διαμαρτυρία στη σύνοδο σχετικά με τον «κίνδυνο» που εγκυμονούσε αυτή η μετάφραση, με τον ισχυρισμό ότι παρέκκλινε από το Ορθόδοξο δόγμα. Έπειτα από δύο χρόνια, η σύνοδος εξέδωσε ένα διάταγμα: «Να κατασχεθούν και να καταστραφούν όλα τα υπάρχοντα χειρόγραφα και τυπωμένα αντίτυπα της Παλαιάς Διαθήκης που έχει μεταφράσει ο Γκ. Πάβσκι».
Ενδόξαση του Ονόματος του Θεού
Εντούτοις, ο Πάβσκι είχε αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον για τη μετάφραση της Αγίας Γραφής. Επίσης, είχε θέσει ένα σημαντικό προηγούμενο για τους μελλοντικούς μεταφραστές σε σχέση με ένα άλλο βαρυσήμαντο ζήτημα — το όνομα του Θεού.
Ο Ρώσος ερευνητής Κορσούνσκι εξήγησε: “Το ίδιο το όνομα του Θεού, το πιο άγιο από τα ονόματά του, αποτελούνταν από τους τέσσερις εβραϊκούς χαρακτήρες יהוה και τώρα προφέρεται Ιεχωβά”. Στα αρχαία αντίγραφα της Αγίας Γραφής, αυτό το χαρακτηριστικό όνομα του Θεού εμφανίζεται χιλιάδες φορές στις Εβραϊκές Γραφές και μόνο. Αλλά οι Ιουδαίοι έκαναν το λάθος να πιστεύουν ότι το θεϊκό όνομα ήταν τόσο ιερό ώστε δεν έπρεπε να το γράφει ή να το προφέρει κάποιος. Σχετικά με αυτό, ο Κορσούνσκι παρατήρησε: “Τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό, αντικαθιστούσαν συνήθως το όνομα με τη λέξη Αδωνάι, μια λέξη που γενικά μεταφράζεται «Κύριος»”.
Είναι ξεκάθαρο ότι το θεϊκό όνομα έπαψε να χρησιμοποιείται εξαιτίας δεισιδαιμονικού φόβου —και όχι λόγω θεοσεβούς δέους. Πουθενά δεν αποτρέπει η Αγία Γραφή τη χρήση του ονόματος του Θεού. Ο ίδιος ο Θεός είπε στον Μωυσή: «Αυτό θα πεις στους γιους του Ισραήλ: “Ο Ιεχωβά, ο Θεός των προπατόρων σας, . . . με έστειλε σε εσάς”. Αυτό είναι το όνομά μου στον αιώνα, αυτό και το ενθύμημά μου επί γενεές γενεών». (Έξοδος 3:15) Επανειλημμένα οι Γραφές παροτρύνουν τους λάτρεις: «Αποδώστε ευχαριστίες στον Ιεχωβά! Επικαλεστείτε το όνομά του». (Ησαΐας 12:4) Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι μεταφραστές της Αγίας Γραφής προτίμησαν να ακολουθήσουν την Ιουδαϊκή παράδοση και απέφυγαν τη χρησιμοποίηση του θεϊκού ονόματος.
Ο Πάβσκι, όμως, δεν ακολούθησε αυτές τις παραδόσεις. Στη μετάφραση των Ψαλμών και μόνο, το όνομα Ιεχωβά εμφανίζεται περισσότερες από 35 φορές. Το θάρρος του επρόκειτο να ασκήσει σημαντική επίδραση σε κάποιον από τους συγχρόνους του.
Ο Αρχιμανδρίτης Μακάριος
Αυτός ο σύγχρονός του ήταν ο αρχιμανδρίτης Μακάριος, ένας ιεραπόστολος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ο οποίος είχε καταπληκτικές γλωσσικές ικανότητες. Στην τρυφερή ηλικία των εφτά ετών, μπορούσε να μεταφράζει μικρά ρωσικά κείμενα στη λατινική. Σε ηλικία 20 ετών, γνώριζε την εβραϊκή, τη γερμανική και τη γαλλική. Εντούτοις, η ταπεινή στάση του και το έντονο αίσθημα ευθύνης που είχε απέναντι στον Θεό τον βοήθησαν να αποφύγει την παγίδα της υπερβολικής αυτοπεποίθησης. Ζητούσε επανειλημμένα τις συμβουλές άλλων γλωσσομαθών και λογίων.
Ο Μακάριος επιθυμούσε να δώσει νέα μορφή στην ιεραποστολική δράση στη Ρωσία. Πίστευε ότι, προτού μπορέσει να διαδοθεί η Χριστιανοσύνη στους Μουσουλμάνους και στους Εβραίους στη Ρωσία, η εκκλησία έπρεπε να «διαφωτίσει τις μάζες ιδρύοντας σχολές και διανέμοντας Γραφές στη ρωσική γλώσσα». Το Μάρτιο του 1839, ο Μακάριος έφτασε στην Αγία Πετρούπολη, ελπίζοντας να λάβει την άδεια να μεταφράσει τις Εβραϊκές Γραφές στη ρωσική.
Ο Μακάριος είχε ήδη μεταφράσει τα βιβλία της Αγίας Γραφής Ησαΐας και Ιώβ. Εντούτοις, η σύνοδος αρνήθηκε να του δώσει την άδεια να μεταφράσει τις Εβραϊκές Γραφές στη ρωσική. Μάλιστα, ειπώθηκε στον Μακάριο ότι έπρεπε να βγάλει από το μυαλό του έστω και την ιδέα ότι θα μετέφραζε τις Εβραϊκές Γραφές στη ρωσική γλώσσα. Η σύνοδος εξέδωσε μια απόφαση, με ημερομηνία 11 Απριλίου 1841, παραγγέλλοντας στον Μακάριο «να μείνει τρεις ως έξι εβδομάδες στο σπίτι ενός επισκόπου στο Τομσκ, ως επιτίμιο, για να καθαρίσει τη συνείδησή του με προσευχές και γονυκλισίες».
Η Θαρραλέα Στάση του Μακαρίου
Από το Δεκέμβριο του 1841 ως τον Ιανουάριο του 1842, ο Μακάριος απέδωσε το επιτίμιό του. Μόλις όμως αυτό ολοκληρώθηκε, άρχισε αμέσως να μεταφράζει τις υπόλοιπες Εβραϊκές Γραφές. Είχε βρει ένα αντίγραφο της μετάφρασης των Εβραϊκών Γραφών του Πάβσκι και το χρησιμοποίησε για να ελέγξει τις δικές του αποδόσεις. Όπως και ο Πάβσκι, αρνήθηκε να αποκρύψει το θεϊκό όνομα. Το όνομα Ιεχωβά υπάρχει μάλιστα στη μετάφραση του Μακαρίου πάνω από 3.500 φορές!
Ο Μακάριος έστειλε αντίγραφα του έργου του σε μερικούς φίλους που τον υποστήριζαν. Αν και κυκλοφόρησαν κάποια ελάχιστα χειρόγραφα αντίτυπα, η εκκλησία συνέχισε να εμποδίζει την έκδοση του έργου του. Ο Μακάριος έκανε σχέδια για την προώθηση της Αγίας Γραφής του στο εξωτερικό. Την παραμονή της αναχώρησής του αρρώστησε και, λίγο αργότερα, το έτος 1847, πέθανε. Η μετάφρασή του της Αγίας Γραφής δεν εκδόθηκε ποτέ στη διάρκεια της ζωής του.
Επιτέλους Εκδίδεται!
Τελικά, οι πολιτικοί και θρησκευτικοί άνεμοι άλλαξαν κατεύθυνση. Ένας νέος φιλελευθερισμός άρχισε να πνέει σε όλη τη χώρα, και το 1856 η σύνοδος ενέκρινε για μια ακόμη φορά τη μετάφραση της Αγίας Γραφής στη ρωσική. Μέσα σε αυτό το βελτιωμένο κλίμα, η Αγία Γραφή του Μακαρίου εκδόθηκε τμηματικά στο περιοδικό Επιθεώρηση της Ορθοδοξίας ανάμεσα στα έτη 1860 και 1867, κάτω από τον τίτλο «Μια Πειραματική Μετάφραση στη Ρωσική Γλώσσα».
Ο Αρχιεπίσκοπος Φιλάρετος του Τσερνίγκοφ, ένας λόγιος της ρωσικής θρησκευτικής λογοτεχνίας, έπλεξε το εγκώμιο της Αγίας Γραφής του Μακαρίου με τα εξής λόγια: «Η μετάφρασή του είναι πιστή στο Εβραϊκό κείμενο και η γλώσσα της μετάφρασης είναι ανόθευτη και κατάλληλη για το θέμα».
Εντούτοις, η Αγία Γραφή του Μακαρίου δεν κυκλοφόρησε ποτέ στο ευρύ κοινό. Στην πραγματικότητα, ήταν σχεδόν ξεχασμένη. Το 1876, ολόκληρη η Αγία Γραφή, και οι Εβραϊκές και οι Ελληνικές Γραφές, μεταφράστηκε τελικά στη ρωσική με την έγκριση της συνόδου. Αυτή η ολοκληρωμένη Αγία Γραφή συνήθως ονομάζεται συνοδική μετάφραση. Η ειρωνεία είναι ότι η μετάφραση του Μακαρίου και η μετάφραση του Πάβσκι χρησίμευσαν ως η βασική πηγή αυτής της «επίσημης» μετάφρασης της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ωστόσο, το θεϊκό όνομα χρησιμοποιήθηκε μόνο σε λίγες από τις περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται στην εβραϊκή γλώσσα.
Η Αγία Γραφή του Μακαρίου Σήμερα
Η Αγία Γραφή του Μακαρίου παρέμεινε στην αφάνεια μέχρι το 1993. Όπως αναφέρθηκε στον πρόλογο, εκείνο το έτος βρέθηκε ένα αντίγραφό της σε κάποια παλιά περιοδικά Επιθεώρηση της Ορθοδοξίας τα οποία υπήρχαν στο τμήμα με τα σπάνια βιβλία στη Ρωσική Εθνική Βιβλιοθήκη. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αναγνώρισαν πόσο σημαντικό ήταν να γίνει αυτή η Αγία Γραφή διαθέσιμη στο κοινό. Η βιβλιοθήκη έδωσε την άδεια στη Θρησκευτική Οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Ρωσία να φτιάξει ένα αντίγραφο της Αγίας Γραφής του Μακαρίου ώστε να το ετοιμάσει για έκδοση.
Στη συνέχεια, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά φρόντισαν να τυπωθούν στην Ιταλία σχεδόν 300.000 αντίτυπα αυτής της Αγίας Γραφής για να διανεμηθούν σε όλη τη Ρωσία και στις πολλές άλλες χώρες όπου μιλιέται η ρωσική. Εκτός από τη μετάφραση του Μακαρίου, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος των Εβραϊκών Γραφών, αυτή η έκδοση της Αγίας Γραφής περιέχει τη μετάφραση των Ψαλμών που έκανε ο Πάβσκι καθώς και τη συνοδική μετάφραση των Ελληνικών Γραφών που έχει την έγκριση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, αυτή η μετάφραση κυκλοφόρησε στη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου που δόθηκε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας. Είναι βέβαιο πως αυτή η νέα Αγία Γραφή θα διαφωτίσει και θα εποικοδομήσει τους Ρώσους αναγνώστες.
Η έκδοση αυτής της Αγίας Γραφής αποτελεί, επομένως, ένα λαμπρό θρησκευτικό και λογοτεχνικό επίτευγμα! Είναι, επίσης, μια ενισχυτική για την πίστη υπενθύμιση γύρω από το πόσο αληθινά είναι τα λόγια του εδαφίου Ησαΐας 40:8: «Το χλωρό χορτάρι ξεράθηκε, το άνθος μαράθηκε· ο λόγος όμως του Θεού μας θα παραμείνει στον αιώνα».
Η Αγία Γραφή Δέχεται τους Επαίνους των Κριτικών
«ΑΛΛΟ ένα μνημείο της λογοτεχνίας παραδίδεται στο κοινό: η Αγία Γραφή του Μακαρίου». Με αυτά τα εισαγωγικά λόγια, η εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» (Komsomolskaya Pravda) ανακοίνωσε την έκδοση της Αγίας Γραφής του Μακαρίου.
Αφού επισήμανε ότι, για πρώτη φορά, κυκλοφόρησε Αγία Γραφή στη ρωσική γλώσσα «πριν από 120 χρόνια» περίπου, αυτή η εφημερίδα ανέφερε σε λυπηρό τόνο: «Επί πολλά χρόνια η εκκλησία εναντιωνόταν στη μετάφραση των αγίων βιβλίων σε μια ευκολονόητη γλώσσα. Έχοντας απορρίψει πολλές μεταφράσεις, η εκκλησία ενέκρινε τελικά το 1876 μία από αυτές, η οποία ονομάστηκε συνοδική μετάφραση. Εντούτοις, δεν επιτρεπόταν να υπάρχει στις εκκλησίες. Εκεί, μέχρι και σήμερα, η μόνη Αγία Γραφή που αναγνωρίζεται είναι η σλαβονική».
Η εφημερίδα «Ηχώ της Αγίας Πετρούπολης» (St. Petersburg Echo), επίσης, τόνισε την αξία της έκδοσης της Αγίας Γραφής του Μακαρίου, παρατηρώντας τα εξής: «Αναγνωρισμένοι λόγιοι από το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, από το Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο Χέρτσεν και από το Κρατικό Μουσείο Θρησκευτικής Ιστορίας έκαναν θετικά σχόλια για αυτή τη νέα έκδοση της Αγίας Γραφής». Αναφερόμενη στη μετάφραση της Αγίας Γραφής στη ρωσική από τον Μακάριο και τον Πάβσκι στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα, η εφημερίδα επισήμανε: «Μέχρι σήμερα, στη Ρωσία μπορούσε να διαβάσει κανείς την Αγία Γραφή μόνο στη σλαβονική, η οποία ήταν κατανοητή μόνο σε μέλη του κλήρου».
Η έκδοση της Αγίας Γραφής του Μακαρίου από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ανακοινώθηκε στη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου που δόθηκε στην Αγία Πετρούπολη στις αρχές του έτους. Η τοπική ημερήσια εφημερίδα Νέφσκογιε Βρέμγια (Nevskoye Vremya) σημείωσε: «Αναγνωρισμένοι λόγιοι . . . υπογράμμισαν ότι η έκδοση αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί γεγονός τεράστιας σημασίας για την πολιτιστική ζωή της Ρωσίας και της Αγίας Πετρούπολης. Ανεξάρτητα από την άποψη που έχει κάποιος όσον αφορά τις δραστηριότητες αυτής της θρησκευτικής οργάνωσης, η έκδοση αυτής της μέχρι τώρα άγνωστης μετάφρασης της Αγίας Γραφής θα αποδειχτεί αναμφίβολα πολύ ωφέλιμη».
Ασφαλώς, όλοι όσοι αγαπούν τον Θεό χαίρονται όταν ο γραπτός Λόγος του καθίσταται διαθέσιμος σε μια γλώσσα την οποία μπορεί να διαβάζει και να καταλαβαίνει ο κοινός λαός. Οπουδήποτε και αν βρίσκονται, τα άτομα που αγαπούν την Αγία Γραφή χαίρονται για το ότι άλλη μια μετάφραση της Αγίας Γραφής έχει γίνει διαθέσιμη στους εκατομμύρια ρωσόφωνους όλου του κόσμου.
- Αναδημοσίευση από τη ΣΚΟΠΙΑ 15/12/1997
Σχόλια (0)