Πότε γεννήθηκε ο Χριστός, το έτος μηδέν, ή το 4 Μ.Χ.; Μια έρευνα που δεν προσφέρει τίποτα
Πότε αλήθεια γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός; Το έτος Μηδέν, ή το κάποια άλλη χρονιά, όπως π.χ. το 4 π.Χ; Αν λάβουμε υπ΄ όψιν την ιστορία και την Αστρονομία, τότε αγόμεθα στο συμπέρασμα ότι ο Κύριός μας γεννήθηκε το έτος 4 π.Χ. Το απέδειξε εξάλλου και ο διαπρεπής αστρονόμος Κων. Χασάπης, ο οποίος απέδειξε μάλιστα ότι το άστρο της Βηθλεέμ ήταν αληθινό.
Ας δούμε όμως γιατί πρέπει να πούμε ότι ο χρόνος γεννήσεως του Χριστού δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια και ακρίβεια σε κανένα από τα Ιερά Ευαγγέλια. Ακριβώς αυτή την παράλειψη χρειάζεται να ερευνήσουμε.
Η Διονυσιακή χρονολογία που καθιερώθηκε το 533 μ.Χ. για τους επιστήμονες είναι λανθασμένη, γιατί ο Διονύσιος ο Μικρός θεώρησε ως έτος γεννήσεως του Ιησού το 574 από κτίσεως Ρώμης. Στην πραγματικότητα όμως το έτος αυτό είναι το 750 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή το έτος 4 π.Χ. Και αυτό γίνεται φανερό από δύο γεγονότα:
α) Ο Οκταβιανός, στο 28ο έτος της ηγεμονίας του οποίου γεννήθηκε ο Ιησούς, είχε γίνει ύπατος και μοναδικός κύριος του ρωμαϊκού κράτους το 723 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή το 31 π.Χ. Αργότερα μάλιστα, το 727, δηλαδή το 27 π.Χ. ονομάστηκε και “Αύγουστος”.
β) Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ματθαίο, ο Ιησούς γεννήθηκε “εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως” (Ματθ. 2.1). Είναι όμως γνωστό από τον ιστορικό Ιώσηπο ότι ο Ηρώδης ο Μέγας πέθανε το έτος 750 από κτίσεως Ρώμης δηλαδή το έτος 4 π.Χ. σύμφωνα με τις αστρονομικές μετρήσεις σημειώθηκε στις 11 Απριλίου, γιατί εορτάζετο την πρώτη εαρινή πανσέληνο.
Ο Ιώσηπος αναφέρει ακόμα ότι λίγο πριν από τον θάνατο του Ηρώδη έγινε μερική έκλειψη Σελήνης στις 13 Μαρτίου του 4 π.Χ. Άρα ο Ηρώδης πέθανε μεταξύ 13 Μαρτίου και 11 Απριλίου του 4 π.Χ. σύμφωνα με την Διονυσιακή χρονολογία.
Κατά τους ευαγγελιστές Μάρκο και Λουκά ο Ιησούς γεννήθηκε “εν ετει πεντεκαιδεκάτω της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος… Εγένετο ρήμα Θεού επί Ιωάννην … και ήλθεν εις πάσαν την περίχωρον το Ιορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας” (Λουκά 3,1-3) “Και Ιησού βαπτισθέντος… αυτός ήν Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος (ενν. του έργου του)” (Λουκά 3,23)
Την εξουσία, είναι γνωστό όμως ότι την ασκούσε ουσιαστικά ο Τιβέριος Κλαύδιος Νέρων σαν αυτοκράτορας, όχι από το 767 από κτίσεως Ρώμης (14 μ.Χ.) αλλά από το 765 από κτίσεως Ρώμης (12 μ.Χ.) όταν είχε υποκαταστήσει τον αυτοκράτορα Οκταβιανό. Μόνο λοιπόν εάν θεωρηθεί το έτος 765-766 από κτήσεως Ρώμης (14-15 μ.Χ.) το πρώτο έτος της ηγεμονίας το Τιβερίου, τότε: α) 15ο έτος της ηγεμονίας του είναι το 779-780 από κ.Ρ. (26-27 μ.Χ.) και β) Επαληθεύεται η πληροφορία του Ματθαίου, ότι ο Ιησούς γεννήθηκε “εν ημέραις Ηρώδου” δηλαδή το 750 απο κ.Ρ. (4 π.Χ.).
Ας δούμε όμως τι λέει και ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Όταν ο Ιησούς μετέβη στην Ιερουσαλήμ, το πρώτο Πάσχα του δημοσίου βίου του, οι Ιουδαίοι του ζήτησαν σημείο ότι είναι ο Μεσσίας. Οπότε εκείνος απάντησε: “λύσατε τον ναόν τούτον και εν τρισίν ημέραις εγερώ αυτόν”. Και οι Ιουδαίοι του απάντησαν: “Τεσσαράκοντα και εξ έτεσιν ωκοδομήθη ο ναός ούτος και εν τρισίν ημέραις εγερείς αυτόν;”
Κατά τον Ιώσηπο όμως η ανοικοδόμηση του ναού άρχισε το 18ο έτος της βασιλείας του Ηρώδου του Μεγάλου 734-735 από κτήσεως Ρώμης (20-19 π.Χ.). Επειδή λοιπόν οι Ιουδαίοι αναφέρθηκαν σε 46 συμπληρωμένα έτη από της ανοικοδομήσεως του ναού, αυτό σημαίνει ότι το πρώτο Πάσχα μετά το 46ο έτος της ανοικοδομήσεως (27 μ.Χ.) είναι το 28 μ.Χ. Επομένως τα γεγονότα της ζωής και του έργου του Ιησού, όσα καλύπτουν το διάστημα από της βαπτίσεως μέχρι του πρώτου Πάσχα (28 μ.Χ.) δεν είναι πολλά. Και το διάστημα αυτό δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο των 6 μηνών. Και η βάπτιση του Ιησού θα πρέπει να έγινε όχι νωρίτερα από τον Οκτώβριο του έτους 780 από κ. Ρ. (27 μ.Χ.) εφόσον το Πάσχα εορτάζετο στις αρχές Απριλίου.
Ο Ιησούς όμως ήταν περίπου 30 ετών όταν βαπτίσθηκε και άρα θα πρέπει να γεννήθηκε το έτος 750 απο κ. Ρ. Δηλαδή το 4.μ.Χ. Πρέπει να αναφερθεί ότι στο ευαγγέλιο του Λουκά γίνεται λόγος για την απογραφή κατά την οποία γεννήθηκε ο Ιησούς και η οποία “πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου. Άρα και σύμφωνα με τα νεώτερα αρχαιολογικά ευρήματα ο Κυρήνιος ήταν διοικητής της Συρίας το 4 μ.Χ.
Με το γεγονός όμως της γεννήσεως του Ιησού Χριστού είναι άρρηκτα συνδεδεμένος και ο αστέρας της Βηθλεέμ οι έρευνες που έγιναν από αστρονόμους, δείχνουν ότι και αυτό το περίεργο ουράνιο φαινόμενο δεν συνέβη το έτος μηδέν.
- by Freepen
- Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΕΧΟΥΝ ΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥΣ ΒΑΘΙΑ
ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
«Φέρτε τον Χριστό πίσω στα Χριστούγεννα!» Αυτή είναι η κραυγή που ακούγεται συχνά από πολλούς, που ειλικρινά επιθυμούν να τιμούν τον Χριστό Ιησού στην επέτειο της γεννήσης του. Δεν αντιλαμβάνονται ότι ο Χριστός ποτέ δεν ήταν στα Χριστούγεννα. Η Πουριτανή Εκκλησία της Αγγλίας όχι μόνο αγνόησε τα Χριστούγεννα αλλά, επίσης, δίωκε οποιεσδήποτε αμετανόητες ψυχές που τολμούσαν να τηρούν αυτή την εορτή κρυφά! Τα πρώτα χρόνια της ιδρύσεως της Νέας Αγγλίας, οι εορτασμοί των Χριστουγέννων απηγορεύοντο δια νόμου επειδή οι Πουριτανοί προσεβάλλοντο από τη μη Χριστιανική προέλευση των εθίμων και των παραδόσεων αυτής της εορτής.
Στις 25 Δεκεμβρίου και οι Ρωμαίοι και οι αρχαίοι Έλληνες εόρταζαν τη γέννηση του αήττητου ήλιου. Η προέλευση της συνηθείας αυτής ανάγεται στη Βαβυλώνα. Ο Νεβρώδ θεοποιήθηκε ως ο θεός ήλιος. Η θανάτωση του από τους εχθρούς του, αναπαρίστατο από ένα ξύλο, και η αναγέννηση του συμβολίζονταν από ένα αειθαλές δένδρο. Το βιβλίο Οι «Δύο Βαβυλώνες» του Δρος Αλεξάντερ Χίσλοπ, αφού αποδεικνύει το γεγονός αυτό, δηλώνει:
«Τώρα το Κούτσουρο των Χριστουγέννων είναι ο νεκρός κορμός του Νεβρώδ, θεοποιημένος ως ο θεός ήλιος, αλλά θανατωμένος από τους εχθρούς του· το Χριστουγεννιάτικο δένδρο είναι ο Νεβρώδ ρεντιβίβους—(γεννημένος)—ο θανατωθείς θεός έρχεται και πάλι στη ζωή.»
Το κούτσουρο καίονταν το βράδυ της 24ης Δεκεμβρίου· το επόμενο πρωινό αντικαθίστατο από ένα αειθαλές δένδρο. Ο Δρ Χίσλοπ δείχνει την ειδωλολατρική προέλευση των άλλων εθίμων που περιβάλλουν τα Χριστούγεννα—των κεριών, του συμποσίου, της μεγάλης κούπας του γλεντιού, του γκι, της ανταλλαγής δώρων και άλλων.—Σελ. 91-103, στην Αγγλική.
Ο Ιησούς δεν γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, αλλά το φθινόπωρο, όταν οι βοσκοί ήσαν μαζί με τα ποίμνιά τους έξω στην ύπαιθρο. Επί πλέον, οι Χριστιανοί δεν γιόρταζαν τη γέννηση του, αλλά διετάχθησαν να εορτάζουν τον θάνατό του μέσω του Αναμνηστικού Δείπνου, το οποίο ο ίδιος ο Κύριος εγκαθίδρυσε τη νύχτα που προδόθηκε. «Τούτο κάμνετε,» είπε, «εις την ιδικήν μου ανάμνησιν.»—Λουκ. 22:19, 20.
Οι Διαμαρτυρόμενοι πήραν τις Χριστουγεννιάτικες συνήθειές τους από τους Καθολικούς. Οι Καθολικοί τις πήραν από την αρχαία Ρώμη, όπως παραδέχθηκε ο Βρεταννός Καρδινάλιος Νιούμαν, ότι η Καθολική Εκκλησία «προσέδωσε στα ίδια όργανα και συμπληρώματα της δαιμονολατρίας ευαγγελική χρήση» και ότι πολλές από τις συνήθειες της εκκλησίας του «είναι όλες ειδωλολατρικής προελεύσεως, και αγιάσθηκαν επειδή υιοθετήθηκαν από την Εκκλησία». Από τους Ρωμαίους οι συνήθειες των Χριστουγέννων ανάγονται στην Ελλάδα, στην Περσία, στην Αίγυπτο, στην Ασσυρία και τελικά στη Βαβυλώνα και στον Νεβρώδ, τον θεό ήλιο.
Τα Χριστούγεννα δεν έχουν καμιά σχέση με τον Χριστό. Είναι εμποτισμένα με δαιμονισμό. Κανένα απ’ αυτά τα γεγονότα δεν μπορεί να μετατρέψει τα Χριστούγεννα σε Χριστιανικό εορτασμό. Επιζούν και εξαπλώνονται επειδή είναι μια εμπορική εορτή.
- Τα στοιχεία είναι από ΣΚΟΠΙΑ του 1979
Σχόλια (0)