Εμπειρία του αντιρρησία συνείδησης, Βασίλη Δεδότση στις Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου
Σχετικά πρόσφατη φωτογραφία του Βασίλη Δεδότση από το διαδίκτυο αν και θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω φετινή από την τιμητική για μένα συνεργασία στη Διεθνή Συνέλευση της Αθήνας, 2014, μαζί του. Μόνο τα γυαλιά του λείπουν… Κατά τα άλλα είναι ολόιδιος. Ζωντανός, δραστήριος, δημιουργικός…
Ακόμα μια φωτογραφία του Βασίλη Δεδότση από το διαδίκτυο… Ιστορική, ανάμεσα σε συγκρατουμένους του αντιρρησίες συνείδησης το 1969 στις φυλακές Μπογιατίου. Η δημοσίευση της προσωπικής του εμπειρίες που γράφτηκε πρόσφατα για την εβδομαδιαία εφημερίδα ΤΟ ΚΑΡΦΙ, είναι και απάντηση σε όσους, σκόπιμα, διαδίδουν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τα είχαν καλά με τη χούντα και «καλοπερνούσαν».
Ήταν Ιούλιος του 1974, 40 χρόνια πριν σήμερα και ήμουνα φυλακισμένος ως αντιρρησίας συνείδησης στις φυλακές Μπογιατίου. Μαζί μου βρίσκονταν άλλοι 46 νεαροί Μάρτυρες του Ιεχωβά, φυλακισμένοι για τον ίδιο λόγο και καταδικασμένοι όλοι μας σε μακρόχρονες ποινές φυλάκισης.
Εντούτοις, λόγω της καλής μας διαγωγής και της ευσυνείδητης εργατικότητάς μας, είχαμε κερδίσει τον σεβασμό και την εκτίμηση όχι μόνο της διοίκησης, αλλά και των άλλων κρατουμένων. Ξαφνικά όμως, η ήσυχη ζωή της φυλακής μετατράπηκε σε πολεμική ατμόσφαιρα. Τι είχε συμβεί;
Στις 20 Ιουλίου ημέρα Σάββατο, ο τουρκικός στρατός εισέβαλε στην Κύπρο και το στρατιωτικό δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας, έθεσε την χώρα σε κατάσταση γενικής επιστράτευσης.
Από τα μεγάφωνα της φυλακής ακούγονταν συνεχώς πολεμικά εμβατήρια και η συμπεριφορά της διοίκησης των φυλακών, των φρουρών, αλλά και των κρατουμένων, έγινε ξαφνικά πολύ εχθρική απέναντί μας. Αρκετοί μάλιστα κρατούμενοι, αλλά και οι δεσμοφύλακες, μας αποκαλούσαν προδότες, πουλημένους, δειλούς και άνανδρους.
Το Σαββατοκύριακο κύλησε με πολύ αγωνία και ένταση. Μάλιστα κάποιους αντιρρησίες, οι οποίοι θεώρησαν αναγκαίο να υπερασπίσουν τις πεποιθήσεις τους σε συζητήσεις που έγιναν, τους προπηλάκισαν και τους κτύπησαν. Το πρωί της Δευτέρας, 22 Ιουλίου, ο Διοικητής των φυλακών αντισυνταγματάρχης Πέτρος Γκόρος, γνωστός από τις δίκες των βασανιστών για τα βασανιστήρια που προκάλεσε σε πολιτικούς κρατούμενους, κάλεσε εμένα και έναν ακόμη αντιρρησία στο γραφείο του για να μας μιλήσει.
Όταν πήγαμε στο γραφείο του ήταν παρόντες και οι 13 αξιωματικοί της διοίκησης.
Τότε ο Διοικητής, με πολύ αυστηρό στρατιωτικό ύφος, είπε τα εξής:
«Κύριοι, το Γενικό Επιτελείο Στρατού διέταξε την διάλυση των φυλακών και την μετατροπή τους σε μάχιμη στρατιωτική μονάδα. Έτσι μέχρι αύριο, θα επιβιβαστούμε σε δύο μεταγωγικά στρατιωτικά αεροπλάνα και θα πάμε στην Κύπρο για να προστατεύσουμε τα αδέλφια μας από τους Τούρκους.
Όσο για εσάς Μάρτυρες, δεν θέλω αντιρρήσεις και ηρωισμούς. Μη μας αναγκάσετε να βάψουμε κόκκινα τα ντουβάρια της φυλακής. Θα έρθετε μαζί μας, θέλετε δεν θέλετε.»
Δεν μας επέτρεψε να μιλήσουμε και μας ζήτησε να ενημερώσουμε αμέσως και τους άλλους ομοπίστους μας.
Μετά την αναχώρησή μας από το γραφείο του Διοικητή, κάποιοι αξιωματικοί αρκετά φιλικοί απέναντί μας, μας πλησίασαν και μας είπαν ότι «η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή, κυριολεκτικά εκτός ελέγχου.» Μας ενημέρωσαν δε, ότι σε ερώτημα του Διοικητή προς το Αρχηγείο Στρατού, «τι θα κάνω με τους Μάρτυρες αν δεν υπακούσουν», η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: «Αντιμετωπίστε τους σαν προδότες χωρίς οίκτο, άλλωστε τους αξίζει να εκτελεστούν.»
Έτσι μας παρακάλεσαν να σκεφτούμε σοβαρά και «να μη επιτρέψουμε στον φανατισμό να υπερισχύσει της λογικής», όπως χαρακτηριστικά τόνισαν. Μάλιστα μας πρότειναν να προσφερθούμε να βοηθήσουμε ως τραυματιοφορείς και ότι αυτοί θα φρόντιζαν να μη πιάσουμε όπλο.
Ενημερώσαμε αμέσως τους υπόλοιπους αντιρρησίες και διευθετήθηκε να γίνει το ίδιο βράδυ της Δευτέρας, μια ειδική συνάθροιση, για να συζητήσουμε τις εξελίξεις.
Ασφαλώς δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια, το τι έλαβε χώρα εκείνη την νύχτα. Η ατμόσφαιρα ήταν έντονα φορτισμένη συναισθηματικά και κάθε επαφή με τους συγγενείς μας, με Δικηγόρους, ή άλλους ομόπιστους εκτός φυλακής, ήταν αδύνατη. Κινητά τηλέφωνα εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν και κάθε πρόσβαση σε τηλέφωνα ήταν επίσης αδύνατη. Ασφαλώς κανείς δεν κοιμήθηκε, συζητούσαμε και προσευχόμαστε ένθερμα στον Ιεχωβά Θεό για να μας δώσει την απαιτούμενη δύναμη, ώστε να μη συμβιβάσουμε, αλλά ούτε και να παραβιάσουμε στο ελάχιστο τη χριστιανική μας ουδετερότητα και ακεραιότητα.
Την επόμενη μέρα Τρίτη, 23 Ιουλίου, ήμασταν όλοι έτοιμοι και αποφασισμένοι μέχρι θανάτου. Χωρίς αμφιβολία, ο Ιεχωβά Θεός είχε απαντήσει στις προσευχές μας. Με ποιον τρόπο; Μας είχε δώσει την απαιτούμενη δύναμη και το απαραίτητο θάρρος. Έτσι μια τριμελής αντιπροσωπεία, ζήτησε ακρόαση από τον Διοικητή των φυλακών για να του κάνει γνωστή την απάντησή μας. Όμως μας περίμενε μια πολύ αναπάντεχη και απρόσμενη εξέλιξη.
Όπως πληροφορηθήκαμε από φιλικά διακείμενο δεσμοφύλακα, ο Διοικητής μαζί με όλους τους αξιωματικούς των φυλακών, ναι όλη η Διοίκηση, είχαν συλληφθεί το προηγούμενο βράδυ, καθώς το στρατιωτικό καθεστώς της χώρας είχε καταρρεύσει και οι πολιτικοί ανέλαβαν την διακυβέρνηση. Τοποθετήθηκε μάλιστα νέα Διοίκηση στις φυλακές, η οποία ήταν πολύ ευγενική και καλοσυνάτη με όλους τους αντιρρησίες.
Περιττό να τονίσω ότι η ακλόνητη στάση και ακεραιότητα των νεαρών Μαρτύρων του Ιεχωβά, έγινε αντικείμενο συζητήσεων τόσο από τους κρατουμένους, όσο και από τη νέα Διοίκηση. Πώς έγινε αυτό; Κάποιοι από τους φιλικά διακείμενους αξιωματικούς της προηγούμενης διοίκησης, έκαναν γνωστά τα γεγονότα που είχαν διαδραματιστεί στο γραφείο του Διοικητή Γκόρου, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά ότι, «οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι πολύ σταθεροί στις πεποιθήσεις τους σαν τους πρώτους Χριστιανούς.»
Πραγματικά ο Ιεχωβά μας είχε στηρίξει και μας είχε δώσει δύναμη πέρα από το φυσιολογικό, επαληθεύοντας τα λόγια του ψαλμωδού στον Ψαλμό 23:4.
«Αν και περπατώ σε κοιλάδα θανάτου, δεν φοβάμαι κανένα κακό, γιατί εσύ Ιεχωβά είσαι μαζί μου.»
Σχόλια (0)