Μια αισχρή διαφήμιση: Του τζάμπα η μάνα
Όπως τα λέει ο Γιώργης Μασσαβέτας είναι... Η μάνα έπαιζε πάντα στη ζωή μας ένα σπουδαίο ρόλο. Εδώ φωτογραφημένος μαζί με εκείνην και τον πατέρα μου πριν 35 τόσα χρόνια στην αυλή του σπιτιού μας στο χωριό. Πάντα χαμογελαστή και πάντα υπέροχη... Από το αρχείο του ΘΡΑΨΑΝΙΩΤΗ...
Το ξέρω, είμαστε απροστάτευτοι στις ορέξεις του κάθε διεστραμμένου διαφημιστή. Θα την είδατε φαντάζομαι την τελευταία διαφήμιση των ηλεκτρονικών ειδών συγκεκριμένης εταιρίας. Οι ρυθμοί με την οποία παίζουν οι διαφημίσεις όσων ακόμα έχουν την οικονομική δυνατότητα που δεν μπορεί σε κάποιο κανάλι θα την πετύχατε. Αν όχι δείτε τη ΕΔΩ κι ΕΔΩ κι ΕΔΩ.
Κι ΕΔΩ δείτε την αντίδραση για το ίδιο θέμα της Λιάνας Κανέλλη που δεν μασάει τα λόγια της...
Η αλήθεια είναι ότι από την πρώτη στιγμή που την είδα κι εγώ κατά λάθος,ένοιωσα μια απέχθεια... Και μου βγήκε αυθόρμητα αυτό που είδα σήμερα να καταγράφει με μεγαλύτερη σαφήνεια και με το χάρισμα που έχει στο χειρισμό της γλώσσας ο Γιώργης Μασσαβέτας.
Γράφει λοιπόν ο δημοσιογράφος στον τοίχο του:
Οφειλόμενη απάντηση της γενιάς μου, στην ηθικώς και αισθητικώς αισχρή διαφήμιση ξένης εταιρίας. Μιας γενιάς που ανατράφηκε και γαλουχήθηκε στην ηθική της από ηρωίδες Μάνες. Που προσπαθούσαν να τα φέρουν βόλτα, στις δύσκολες μεταπολεμικές και μετεμφυλιακές συνθήκες, διδάσκοντας μας ταυτοχρόνως πως να διατηρούμε την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια μας.
Ανακαλώ από το βιβλίο μου “Γυναικείες ιστορίες”:
Είχε έλθει κάποιος συγγενής, γαλατάς στο επάγγελμα, όπως όλο μας το σόι. Είχε φέρει μάλιστα για πεσκέσι, τυλιγμένο σε πρώτης ποιότητας ασπρουδερό λαδόχαρτο, αγνό βούτυρο από την παραγωγή του, «για το παιδί». Εκείνη είχε πάει στην κουζίνα να το βάλει στο μικρό ξύλινο ψυγείο του πάγου και να του φτιάξει το κλασικό καφεδάκι, συνοδευμένο από ένα ξερολούκουμο.
Ανάμεσα στο μοναδικό δωμάτιο πού ήταν τραπεζαρία, σαλόνι και κρεβατοκάμαρα και την κουζίνα πού ήταν και «καθημερινό» αλλά και εργαστήρι του αργαλειού, δεν υπήρχε άλλη πόρτα παρά μια κρεμασμένη κουρτίνα δικτυωτή, φτιαγμένη από σπάγκο, γεμάτη από αγγελάκια και το κέρας της Αμάλθειας από το οποίο ξεχύνονταν όλων των ειδών οι καρποί. Άκουγε λοιπόν πολύ καθαρά το κήρυγμα στο οποίο με υπέβαλε ο επισκέπτης.
«Κοίτα να μάθεις γράμματα, να γίνεις άνθρωπος, να ξεκουράσεις και τη γιαγιά σου, τη μάνα σου όπως τη λες, και να μην πάρεις το δρόμο του πατέρα σου και των άλλων και μπλέξεις με τα πολιτικά και τους αριστερούς. Ως πότε θα ξενοπλένει, τόσων χρονών γυναίκα, και να τρέχει σε φυλακές και δικαστήρια».
Δεν πρόλαβε να αποσώσει τη φράση του και τη βλέπω να ορμάει από την κουζίνα, να του βάζει το πακέτο το βούτυρο στο χέρι και να του λέει με ύφος πού δεν σήκωνε αντίλογο. «Σύρε ανηψιόκα μου σπιτάκι σου, να ορμηνέψεις τα δικά σου τα παιδάκια, κι αυτό θα γίνει ό,τι του φωτίσει ο θεός και η γκλάβα του». Έφυγε άφωνος και ποτέ δεν ξαναπέρασε το κατώφλι μας.
Με τέτοιες Μάνες μεγαλώσαμε. Γιαυτό και μόνο ξερατά μας προκαλεί τούτη η προσπάθεια να μας βομβαρδίσουν με το μήνυμα ότι για να επιβιώσουμε πρέπει να καταντήσουμε ξεφτιλισμένοι ζήτουλες, διακονιαραίοι. Άει στα κομμάτια κ. Τζάμπα. Δεν σε σηκώνει ο ελληνικός πολιτισμός. “Πάρε τη μάνα σου κι εμπρός”.
- Η βάση για το κείμενο είναι από μια δημοσίευση στον τοίχο του δημοσιογράφου Γιώργη Μασσαβέτα.
Σχόλια (0)