Γεώργιος Σ. Δούρας: «Ο Ιεχωβά είναι η Δύναμη μου και το Άσμα μου» - Η βιογραφία του
Η αφήγηση της ζωής του Γιώργου Σ. Δούρα γίνεται από τον ίδιο. Αντιγράφουμε από τη ΣΚΟΠΙΑ του 1966, σελ. 369-372
Όταν δημοσιεύαμε τα «Ποιήματα» του Γιώργου Σ. Δούρα, ψάξαμε να βρούμε για κείνον στοιχεία. Ήταν ελάχιστα ότι βρήκαμε. Αλλά δεν μείναμε εκεί. Συνεχίσαμε την έρευνα και ιδού τι έχει γράψει ο ίδιος για τον εαυτό του σε μια ΣΚΟΠΙΑ του 1966. Υπάρχει μόνο μια μικρή παρέμβαση στο κείμενο, σε ότι αφορά τη γλώσσα, ώστε να διαβάζεται κατανοητά από τους σημερινούς νέους.
«Συμπληρώνω, με την παρ’ αξία αγαθότητα του Θεού το έτος αυτό σαράντα πέντε ετών αφιέρωση και υπηρεσίας στον ζώντα και αληθινό Θεό Ιεχωβά. Σε όλο αυτό το μακρό χρονικό διάστημα, ο Ιεχωβά, ανάμεσα σε καλές και δύσκολες συνθήκες, υπήρξε πραγματικά η δύναμη μου και το άσμα μου, το στήριγμα και η αιτία της χαράς της καρδιά μου.
Επιθυμούσα πάντοτε να υμνώ τον Δημιουργό μου και όταν ακόμα, το 1920 ήμουν στην Αθήνα, ένας 25χρονος νέος, σπουδάζοντας ως φοιτητής Νομικής. Κυρίως ήμουν ένας λογοτέχνης, ποιητής – και πόσο μεγάλη χαρά αισθανόμουν αινώντας με τις ωδές τον Θεό, τον Δημιουργό! Πραγματικά, όμως τότε δεν γνώριζα πώς να υμνήσω τον Θεό σε πλήρη αρμονία με τα λόγια του Ησαϊα 42:10 «Ψάλλετε στον Ιεχωβά έναν νέο ύμνο, τον αίνο του από την άκρη της γης…»
Μια ερώτηση που παρακινεί σε έρευνα για γνώση
Μια μέρα συνέβη κάτι που έστρεψε τη σκέψη μου γύρω από τον Θεό. Κάποιος φίλος, αναγνώστης των ποιημάτων μου, με ρώτησε απρόοπτα: «Πιστεύεις λοιπόν, στον Θεό; Μάθεμε και μένα να πιστεύω». Σκέφτηκα λιγάκι και του απάντησα: «Είναι ζήτημα αν γνωρίζω καν τον Θεό. Εκτός απ’ αυτά που γράφω στα ποιήματα μου για να τον υμνήσω, είναι ζήτημα αν ξέρω κάτι περισσότερο για τον Θεό».
Και, πραγματικά, δεν είχα ακριβή γνώση όσον αφορά τον Θεό.
Αλλά τι σταθμός το ερώτημα του! Έπρεπε λοιπόν να μάθω για τον Θεό, για το θέλημα του και για τον σκοπό του για τον άνθρωπο. Και δεν άργησα να ξεκινήσω έρευνα. Κάποιος μου έδωσε ένα ευαγγέλιο και αυτό υπήρξε η αρχή της έρευνας μου.
Οφείλω να ομολογήσω ότι καθώς εξέταζα τις θρησκείες του «χριστιανικού κόσμου», διδασκαλίες όπως των αιώνιων βασάνων, της τριάδας και άλλες παρόμοιες, δεν με ικανοποίησαν καθόλου. Άρχισα να διερωτώμαι μήπως οι διδασκαλίες αυτές είχαν πραγματικά ανθρώπινη προέλευση. Αλλά πώς να το εξακριβώσω αυτό; Είχα ανάγκη από βοήθεια για την κατανόηση της Γραφής. Μου δόθηκε ένα φυλλάδιο με γραφικό περιεχόμενο που είχε τίτλο «Ο Σπουδαστής των Γραφών» είχε εκδοθεί από την Εταιρία Σκοπιά και δημοσίευε ένα άρθρο με τίτλο "Η Πτώση της Βαβυλώνας". Αυτός έδειχνε πως η ψευδή θρησκεία πρόκειται σύντομα να πέσει στη λήθη. Στην τελευταία σελίδα ένα σκίτσο έδειχνε έναν τοίχο που γκρεμιζόταν και οι πέτρες που έπεφταν είχαν ονόματα «Θεωρία των αιώνιων βασάνων», «Δεν υπάρχει κακό, ούτε πόνος, ούτε θάνατος, ούτε Διάβολος», «Νηπιοβαπτισμός», «Καθαρτήριο» και πολλά άλλα. Το γκρέμισμα αυτών των πετρών, αντιπροσώπευε την αποκάλυψη της αντιγραφικότητας αυτών των διδασκαλιών.
Αφού διάβασα αυτό το φυλλάδιο, απέκτησα μερικά βιβλία της Εταιρίας Σκοπιά, από ένα βιβλιοπωλείο της Αθήνας. Άρχισα να μελετώ με απληστία του τόμους με τον τίτλο «Γραφικές Μελέτες». Στη διάρκεια της μελέτης μου των εκδόσεων της Εταιρίας Σκοπιά δεν είχα καμιά επαφή με τους εκδότες ή τους αντιπροσώπους τους. Ωστόσο ήρθε στην Αθήνα ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, Ι. Φ. Ρόδερφοντ και αυτό το πληροφορήθηκα από τις εφημερίδες. Παρ’ όλα που δεν μπόρεσα να τον δω και να τον ακούσω, αισθάνθηκα την ανάγκη να ψάξω να βρω τους ανθρώπους που διέδιδαν αυτές τις έξοχες Γραφικές αλήθειες. Τελικά βρήκα μια μικρή εκκλησία από 15 περίπου μέλη, που ήταν η τοπική εκκλησία του Διεθνούς Συλλόγου των Σπουδαστών της Γραφής, όπως ονομαζόταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Χωρίς να χάσω καιρό, ενώθηκα μαζί τους και άρχισα μια ζωή στην υπηρεσία του Θεού με κατανόηση.
Εκστρατεία Γραφικών Διαλέξεων
Το 1922 «Η Σκοπιά» δημοσίευσε το μνημειώδη λόγο του προέδρου της Εταιρίας, που εκφωνήθηκε στο Σίνταρ Πόιντ του Οχάιο και τέλειωνε με τη θεία προτροπή: «Διαφημίστε, διαφημίστε, διαφημίστε τον Βασιλέα και τη βασιλεία αυτού». Η επιθυμία μου ήταν να έχω ένα μέρος στη διαφήμιση της βασιλείας του θεού και είχα, συνεπώς το προνόμιο, με απόφαση της εκκλησίας, να δώσω ομιλίες στις επαρχίες της Ελλάδας. Δε άργησε, ωστόσο, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, να υπηρετήσω στην Ελλάδα ως ο πρώτος «πίλγκριμ», δηλαδή, ένας περιοδεύων εκπρόσωπος της Εταιρίας Σκοπιά.
Ευχαριστώ, βέβαια τον Ιεχωβά για τις ευλογητές πείρες των επόμενων τριών ετών. Πόσο θαυμάσιες ήταν οι πείρες αυτές! Ο Ιεχωβά ήταν η ισχύ μου και το άσμα μου, φέρνοντας μου μια μεγάλη χαρά παρά το γεγονός ότι υπήρχαν πολλοί εναντιούμενοι στα αγαθά νέα της Βασιλείας, για να εμποδίσουν τις προσπάθειες μας να διδάσκουμε την Αγία Γραφή. Συχνά, με υποκίνηση του θρησκευτικού κλήρου, η αστυνομία ματαίωνε δημόσιες Γραφικές ομιλίες μας. Τις περισσότερες όμως φορές, το άγγελμα της Βασιλείας κηρύσσονταν σε αίθουσες κατάμεστες από ανθρώπους που δεχόταν θερμά την αλήθεια του Θεού!
Κάποτε σε ένα από τα νησιά της Ελλάδας, είχε αναγγελθεί μια δημόσια ομιλία και το πλήθος είχε γεμίσει την αίθουσα του θεάτρου της πόλης, περιμένοντας τον ομιλητή να αρχίσει. Η ομιλία όμως την τελευταία στιγμή απαγορεύτηκε από την αστυνομία. Επιτράπηκε μόνο στον ομιλητή να εξηγήσει με δυο λόγια από την έδρα το γεγονός της ματαίωσης της ομιλίας. Η εναντίον της Γραφής ενέργεια της αστυνομίας δυσαρέστησε έναν από τους ακροατές, ο οποίος είχε σχέσεις με το Γαλλικό Προξενείο και ο οποίος σηκώθηκε και είπε με δυνατή φωνή: «Εδώ μας απαγόρευσαν, ελάτε μαζί μου στο γαλλικό Προξενείο κι εκεί θα μας επιτραπεί!». Ξεκίνησε λοιπόν αυτός πρώτος, κοντά του ο ομιλητής και πίσω του ολόκληρο το ακροατήριο. Τι μοναδικό θέαμα, αλήθεια, ήταν αυτό δια μέσου των δρόμων της Κέρκυρας! Σε λίγο η Γραφική ομιλία δίδονταν στην αίθουσα του Γαλλικού Προξενείου προς μεγάλη χαρά όλων! Εκεί δεν μπορούσαν οι ελληνικές αρχές να μας εμποδίσουν να μιλήσουμε για την Αγία Γραφή και τη βασιλεία του θεού.
Το 1925 η κατάσταση της υγείας μου με ανάγκασε να σταματήσω το έργο του περιοδεύοντα αντιπροσώπου. Και στο διάστημα αυτό, που η υγεία μου δεν μου επέτρεπε να εργαστώ όσο ήθελα, είχα τα ίδια αισθήματα με τον ψαλμωδό που είπε: «Όταν έμεινα σιωπηλός, τα κόκαλα μου φθάρηκαν εξαιτίας των στεναγμών μου όλη την ημέρα» (Ψαλμός 32:3). Ήλπιζα στον Ιεχωβά για ανανέωση των δυνάμεων μου, γνωρίζοντας ότι είναι γραμμένο: «Τα αγόρια και θα εξαντληθούν και θα αποκάμουν… αλλά εκείνοι που ελπίζουν στον Ιεχωβά θα ανακτήσουν τη δύναμη τους» (Ησαϊας 40: 30-31).
Συλλήψεις και φυλάκιση για χάρη του Ευαγγελίου
Με τον καιρό ξαναβρήκα τις δυνάμεις μου και απόλαυσα πολύ περισσότερα προνόμια στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Όταν επιβλήθηκε η δικτατορία του Μεταξά, το 1936, έγινα μέτοχος μιας ασυνήθιστης πείρας, μαζί με άλλους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι αρχές έκλεισαν την αίθουσα των συναθροίσεων μας στην Αθήνα, καθώς και το γραφείο τμήματος της Εταιρίας. Όλοι σχεδόν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην πόλη των Αθηνών συνελήφθησαν και για ένα περίπου μήνα ήταν κρατούμενοι σε διάφορα αστυνομικά τμήματα.
Οι αρχές μας ζήτησαν να αποκηρύξουμε τις Γραφικές μας πεποιθήσεις. Αλλά αυτό δεν έγινε. Βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να μας εκφοβήσουν να εγκαταλείψουμε την πίστη μας, έκαναν τότε διευθετήσεις για να μας εκτοπίσουν σε διάφορα νησιά της Ελλάδας. Αλλά την τελευταία στιγμή το σχέδιο τους ματαιώθηκε. Ένα πρόσωπο προσκείμενο στον τότε δικτάτορα, έτυχε να ακούσει από κάποιον Μάρτυρα του Ιεχωβά τα άγγελμα της Βασιλείας. Αυτός ο άνθρωπος θεώρησε τερατώδη την απόφαση εκτόπισης των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Είπε στον δικτάτορα: «Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι πολιτικοί μας αντίπαλοι. Τι κάνουν; Περιμένουν τη βασιλεία του Θεού. Καλώς να έρθει! Την περιμένουμε κι εμείς…»
Ο Μεταξάς πείστηκε και έδωσε διαταγή στον υπουργό για θέματα Ασφαλείας να ματαιώσει την απόφαση. Ο υπουργός τότε μας κάλεσε όλους (100 περίπου Μάρτυρες) σε μια μεγάλη αίθουσα του υπουργείου του, μας έδωσε τη νουθεσία του και στη συνέχεια μας άφησε ελεύθερους.
Στη συνέχεια των επόμενων δέκα ετών, είχα πολλά προνόμια να υπηρετώ τους αδελφούς μου. Μολονότι οι δημόσιες Γραφικές ομιλίες είχαν απαγορευθεί, ως ένας υπηρέτης εκκλησίας, είχα την ευκαιρία να δίνω ομιλίες για τη βασιλεία του Θεού σε ομίλους, σε ιδιωτικές κατοικίες στην Αθήνα. Σε μια περίπτωση ένα άτομο από το ίδιο σπίτι, μέσα στο ποίο γινόταν η ομιλία κάλεσε την αστυνομία. Συνελήφθηκα μαζί με άλλους αδελφούς. Στη δίκη που επακολούθησε καταδικάστηκα σε διετή φυλάκιση.
Αυτή η φυλάκιση ήταν μια πείρα νέα στη Χριστιανική μου ζωή, αλλά πόσο πολύτιμη! Ταλαιπωρία του σώματος σε τρεις διαφορετικές φυλακές, ναι, τι ευφροσύνη πνεύματος! Αν και ο ύπνος δεν ήταν πάντοτε άνετος πάνω στο τσιμέντο της φυλακής, εν τούτοις μου χάριζε συχνά πολύτιμες ευκαιρίες να κηρύττω. Κατά καιρούς μίλησα σε τόσους πολλούς συγκρατουμένους μου, ώστε είχα την εντύπωση ότι βρίσκομαι σε μια «εκστρατεία δημόσιων ομιλιών». Επιπλέον ο «ποιητής» είχε την ευκαιρία να θυμηθεί ότι μπορούσε με στοίχους να αινεί τον Ιεχωβά και το έπραξε στις μακρές ώρες που δεν είχε απασχόληση, εκφράζοντας τους πόνους και τις χαρές μιας, χάριν του Χριστού φυλάκισης. Η διετής φυλάκιση όμως μειώθηκε σε έξη μήνες. Κι έτσι γρήγορα βρέθηκα πάλι στο πλευρό των αγαπημένων μου αδελφών.
Ήταν, νομίζω, αυτό απάντηση σε μια από τις θεοκρατικές, δηκτικές μου ωδές:
«… Κύριε, ω μη βρεθείς μακριά.
Κύριε, ω μην αργήσεις’
Λευτέρωσε τους δούλους με χέρι κραταιό,
Κι ωδήν εμείς θα ψάλουμε καινούργια στ’ ονομά σου
-Κιθάρα, αντήχα, τέλια της, αρμονικά κρουσθείτε-
Γιατί είναι θαυμαστό!»
Οι έξη μήνες φυλάκισης ήταν για μένα, επίσης μια ευκαιρία να καλυτερέψω τα αγγλικά μου, ώστε, όταν βγήκα να είμαι περισσότερο εφοδιασμένος να χρησιμοποιηθώ στο γραφέιο της Εταιρίας, στο τμήμα μεταφράσεων. Αυτό συνέχισε να είναι το προνόμιο μου κατά τα τελευταία δεκαεννέα χρόνια.
Όταν γνώρισα την αλήθεια, το 1920 οι γνώστες της αλήθειας στην Ελλάδα δεν ήταν, όπως ήδη το αναφέραμε, περισσότεροι από δεκαπέντε. Σήμερα οι διαγγελείς της Βασιλείας ξεπερνούν τις 11.000! Είναι χαρά μας μαζί με την πιστή σύζυγό μου να περιλαμβανόμαστε ανάμεσα τους.
Ο Ιεχωβά ήταν με τον λαό τους στην Ελλάδα. Προσωπικά Τον ευγνωμονώ και υψώνω το όνομα του για καθετί που έχει να κάνει με μένα. Οτιδήποτε κι αν μας περιμένει, είμαι βέβαιος ότι ο Ιεχωβά για τον πιστό του λαό, θα εξακολουθεί να είναι η δύναμη και το άσμα τους.
(Ο αδελφός Δούρας, του οποίου η ελπίδα ήταν το «βραβείο της άνω κλήσεως» που αναφέρεται στην προς Φιλιππησίους 3:14 παρέμεινε πιστός στη διακονία στο Μπέθελ Αθηνών ώς τον θάνατο του στις 15 Οκτωβρίου 1965, μόλις είχε επιστρέψει σπίτι του, από μια συνάθροιση εκκλησίας. Όπως συμβαίνει και με τους άλλους που έχουν κληθεί στην ουράνια βασιλεία και οι οποίοι τερματίζουν πιστά την επίγεια πορεία τους «τα έργα τους πηγαίνουν μαζί τους» - Αποκάλυψη 14:13).