Με αφορμή μια έρευνα που κάναμε για τους νόμους… Διερευνώντας τον Νόμο του Χριστού
“Ο Νόμος του Χριστού”. Ο Παύλος έγραψε: «Να βαστάζετε ο ένας τα βάρη του άλλου, και έτσι εκπληρώστε το νόμο του Χριστού». (Γα 6:2) Αν και η διαθήκη του Νόμου τερματίστηκε την Πεντηκοστή του 33 Κ.Χ. («εφόσον η ιεροσύνη υφίσταται αλλαγή, αναγκαστικά γίνεται αλλαγή και του νόμου»· Εβρ 7:12), οι Χριστιανοί τίθενται «κάτω από νόμο ως προς τον Χριστό». (1Κο 9:21) Αυτός ο νόμος αποκαλείται “ο τέλειος νόμος της ελευθερίας”, “ο νόμος ενός ελεύθερου λαού”, “ο νόμος της πίστης”. (Ιακ 1:25· 2:12· Ρω 3:27) Έναν τέτοιον καινούριο νόμο είχε προείπει ο Θεός μέσω του προφήτη Ιερεμία όταν μίλησε για μια νέα διαθήκη και είπε ότι θα έγραφε το νόμο του στις καρδιές του λαού του.—Ιερ 31:31-34· Εβρ 8:6-13.
Όπως ο Μωυσής ήταν ο μεσίτης της διαθήκης του Νόμου, έτσι και ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσίτης της νέας διαθήκης. Ο Μωυσής έγραψε το Νόμο με τη μορφή κώδικα, αλλά ο Ιησούς δεν κατέγραψε προσωπικά κανέναν νόμο. Ο Ιησούς μιλούσε και έβαζε το νόμο του στη διάνοια και στην καρδιά των μαθητών του. Ούτε οι μαθητές του κατέγραψαν νόμους με τη μορφή κώδικα για τους Χριστιανούς, ταξινομώντας τους σε κατηγορίες και υποενότητες. Μολαταύτα, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές είναι γεμάτες νόμους, εντολές και διατάγματα που οι Χριστιανοί δεσμεύονται να τηρούν.—Απ 14:12· 1Ιω 5:2, 3· 4:21· 3:22-24· 2Ιω 4-6· Ιωα 13:34, 35· 14:15· 15:14.
Ο Ιησούς έδωσε στους μαθητές του την οδηγία να κηρύξουν τα “καλά νέα της βασιλείας”. Η εντολή του βρίσκεται στα εδάφια Ματθαίος 10:1-42· Λουκάς 9:1-6· 10:1-12. Στα εδάφια Ματθαίος 28:18-20 αναφέρεται μια καινούρια εντολή που δόθηκε στους μαθητές του Ιησού, δηλαδή να πάνε, όχι μόνο στους Ιουδαίους, αλλά σε όλα τα έθνη, για να κάνουν μαθητές και να τους βαφτίζουν με ένα καινούριο βάφτισμα, “στο όνομα του Πατέρα και του Γιου και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντάς τους να τηρούν όλα όσα τους είχε παραγγείλει”. Συνεπώς, κατόπιν θεϊκής εξουσιοδότησης ο Ιησούς δίδαξε και έδωσε εντολές ενόσω βρισκόταν στη γη (Πρ 1:1, 2), καθώς και μετά την ανάληψή του. (Πρ 9:5, 6· Απ 1:1-3) Ολόκληρο το βιβλίο της Αποκάλυψης περιλαμβάνει προφητείες, εντολές, νουθεσίες και οδηγίες για τη Χριστιανική εκκλησία.
Ο “νόμος του Χριστού” καλύπτει ολόκληρη την πορεία και το φάσμα της ζωής και του έργου του Χριστιανού. Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, ο Χριστιανός μπορεί να ακολουθήσει τις εντολές ώστε να κριθεί ευνοϊκά με βάση τον εν λόγω νόμο, διότι αυτός είναι «ο νόμος εκείνου του πνεύματος που δίνει ζωή σε ενότητα με τον Χριστό Ιησού».—Ρω 8:2, 4.
“Ο Νόμος του Θεού”. Ο απόστολος Παύλος αναφέρει ότι ο αγώνας του Χριστιανού επηρεάζεται από δύο παράγοντες: αφενός από το «νόμο του Θεού», ή “το νόμο εκείνου του πνεύματος που δίνει ζωή”, και αφετέρου από «το νόμο της αμαρτίας», ή «το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου». Ο Παύλος περιγράφει αυτή τη σύγκρουση, λέγοντας ότι η ξεπεσμένη σάρκα που έχει μολυνθεί από την αμαρτία είναι υποδουλωμένη στο «νόμο της αμαρτίας». «Το φρόνημα της σάρκας σημαίνει θάνατο», αλλά «ο Θεός, στέλνοντας τον ίδιο του τον Γιο κατά την ομοιότητα της αμαρτωλής σάρκας και σχετικά με την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα». Με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, ο Χριστιανός μπορεί να κερδίσει τον αγώνα—ασκώντας πίστη στον Χριστό, θανατώνοντας τις πράξεις του σώματος και ζώντας σύμφωνα με την κατεύθυνση του πνεύματος—και μπορεί να αποκτήσει ζωή.—Ρω 7:21–8:13.
Ο Νόμος της Αμαρτίας και του Θανάτου. Ο απόστολος Παύλος υποστηρίζει ότι, λόγω της αμαρτίας του πατέρα της ανθρωπότητας, του Αδάμ, «ο θάνατος βασίλεψε» από τον Αδάμ μέχρι τον καιρό του Μωυσή (όταν δόθηκε ο Νόμος) και ότι ο Νόμος έκανε φανερές τις παραβάσεις, καθιστώντας τους ανθρώπους ένοχους αμαρτίας. (Ρω 5:12-14· Γα 3:19) Αυτή η βασιλεία, ή αλλιώς ο νόμος της αμαρτίας, που δρα στην ατελή σάρκα ασκεί δύναμη πάνω της, κάνοντάς την να τείνει προς την παραβίαση του νόμου του Θεού. (Ρω 7:23· Γε 8:21) Η αμαρτία προκαλεί θάνατο. (Ρω 6:23· 1Κο 15:56) Ο νόμος του Μωυσή δεν μπορούσε να υπερνικήσει τη βασιλεία της αμαρτίας και του θανάτου, αλλά η ελευθερία και η νίκη έρχονται μέσω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού διά του Ιησού Χριστού.—Ρω 5:20, 21· 6:14· 7:8, 9, 24, 25.
“Ο Νόμος της Πίστης”. Ο “νόμος της πίστης” αντιπαραβάλλεται με το νόμο «των έργων». Ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιτύχει τη δικαιοσύνη μέσω των δικών του έργων ή των έργων του Μωσαϊκού Νόμου, σαν να ήταν δυνατόν να κερδίσει τη δικαιοσύνη ως πληρωμή για τα έργα του, αλλά η δικαιοσύνη έρχεται μέσω πίστης στον Ιησού Χριστό. (Ρω 3:27, 28· 4:4, 5· 9:30-32) Ο Ιάκωβος, ωστόσο, λέει ότι αυτού του είδους η πίστη θα συνοδεύεται από έργα που απορρέουν από την πίστη του ατόμου και συμβαδίζουν με αυτήν.—Ιακ 2:17-26.
Ο Νόμος του Συζύγου. Η παντρεμένη γυναίκα δεσμεύεται από «το νόμο του συζύγου της». (Ρω 7:2· 1Κο 7:39) Η αρχή της συζυγικής ηγεσίας ισχύει σε ολόκληρη την οργάνωση του Θεού και εφαρμόζεται μεταξύ των λάτρεων του Θεού, καθώς και μεταξύ πολλών άλλων λαών. Ο Θεός κατέχει τη θέση του συζύγου ως προς τη «γυναίκα» του, την «άνω Ιερουσαλήμ». (Γα 4:26, 31· Απ 12:1, 4-6, 13-17) Το Ιουδαϊκό έθνος ήταν η σύζυγος του Ιεχωβά και εκείνος ήταν ο σύζυγος.—Ησ 54:5, 6· Ιερ 31:32.
Υπό τον πατριαρχικό νόμο ο σύζυγος ήταν η αδιαφιλονίκητη κεφαλή της οικογένειας, ενώ η σύζυγος έπρεπε να υποτάσσεται, παρότι μπορούσε να κάνει εισηγήσεις που υπόκειντο στην έγκριση του συζύγου της. (Γε 21:8-14) Η Σάρρα αποκαλούσε τον Αβραάμ «κύριο». (Γε 18:12· 1Πε 3:5, 6) Η γυναίκα φορούσε κάλυμμα στο κεφάλι της ως ένδειξη υποταγής στη συζυγική της κεφαλή.—Γε 24:65· 1Κο 11:5.
Υπό το Νόμο που δόθηκε στον Ισραήλ, η σύζυγος έπρεπε να υποτάσσεται. Ο σύζυγός της μπορούσε να επιτρέψει ή να ακυρώσει τις ευχές που έκανε εκείνη. (Αρ 30:6-16) Η ίδια δεν κληρονομούσε, αλλά συνόδευε την εδαφική κληρονομιά και, σε περίπτωση που η κληρονομιά εξαγοραζόταν από κάποιον συγγενή, περιλαμβανόταν και εκείνη. (Ρθ 4:5, 9-11) Δεν μπορούσε να διαζευχθεί τον άντρα της, αλλά ο άντρας είχε το δικαίωμα να διαζευχθεί τη γυναίκα του.—Δευ 24:1-4.
Στη Χριστιανική διευθέτηση, η γυναίκα απαιτείται να αναγνωρίζει τη θέση του άντρα και να μην τη σφετερίζεται. Ο απόστολος Παύλος λέει ότι η παντρεμένη γυναίκα βρίσκεται υπό το νόμο του συζύγου της όσο αυτός είναι ζωντανός, αλλά διευκρινίζει ότι απαλλάσσεται όταν αυτός πεθάνει, οπότε δεν γίνεται μοιχαλίδα αν παντρευτεί ξανά.—Ρω 7:2, 3· 1Κο 7:39.
“Ο Βασιλικός Νόμος”. Ο “βασιλικός νόμος” κατέχει ορθά μεταξύ των άλλων νόμων που διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις την υπεροχή και τη βαρύνουσα θέση ενός βασιλιά μεταξύ των ανθρώπων. (Ιακ 2:8) Η ουσία της διαθήκης του Νόμου ήταν η αγάπη. Μάλιστα, η εντολή «πρέπει να αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (ο βασιλικός νόμος) ήταν η δεύτερη από τις εντολές στις οποίες κρεμόταν όλος ο Νόμος και οι Προφήτες. (Ματ 22:37-40) Οι Χριστιανοί, αν και δεν βρίσκονται υπό τη διαθήκη του Νόμου, υπόκεινται στο νόμο του Βασιλιά Ιεχωβά και του Γιου του, του Βασιλιά Ιησού Χριστού, σε σχέση με τη νέα διαθήκη.
- Από το ΕΝΟΡΑΣΗ.
Σχόλια (0)