Αποφασισμένος να Υπηρετώ τον Ιεχωβά με Όλη τη Δύναμη της Ζωής Μου. Βιογραφία
Την Παρασκευή το βράδυ πήγαμε επίσκεψη, ύστερα από πρόσκληση τους σε ένα ζευγάρι φίλων, στο σπίτι τους στους Αγίους Αναργύρους. Περάσαμε πολύ όμορφα σ’ αυτή την επικοινωνία. Ο Δήμος, ο σύζυγος της Δεβώρρας είναι συλλέκτης και ψάχνοντας βρήκε την «Κιθάρα του Θεού».
Μου την έδωσε να τη δω, να τη διαβάσω και υποσχέθηκα να την επιστρέψω. Είχα ακούσει πολλά γι’ αυτό το βιβλίο. Καθώς έκανα μια ανάρτηση στις εξειδικευμένες ομάδες στα κοινωνικά δίκτυα, έμαθα ακόμα περισσότερα.
Σε πολλές βιογραφίες, ιδιαίτερα τον καιρό των Διεθνών Σπουδαστών της Γραφής την είχα βρει ως βιβλίο μελέτης. Η χαρά μου ήταν μεγάλη. Εκδόθηκε το 1921 και είναι γραμμένο από τον τότε πρόεδρο της Εταιρίας ΣΚΟΠΙΑ, δικαστή Ρόδερφοντ.
Στις πίσω σελίδες του διαφημίζει κι άλλα έργα του ίδιου συγγραφέα, όπως «Η Απελευθέρωση», «Η Δημιουργία», «Η Καταλλαγή» και «Η Κυβέρνηση». Όλα αυτά, όπως και «Η Κιθάρα του Θεού» παρουσιάζονται ως έργα τερπνά και διαφωτιστικά…
Όπως το αφηγείται ο Ένρυ Ε. Ατιεμό
Η ιστορία μου αρχίζει στην πατρίδα μου, τη Γκάνα. Ήταν ένα απόγευμα Τετάρτης τον Μάρτιο του 1951. Δυο νεαροί Χριστιανοί—ο Ντάνιελ Σ. Ακούα και ο Τζέιμς Κ. Αμεγιάου—χτύπησαν την πόρτα μου στη διάρκεια του μεσημεριανού ύπνου. Νωρίτερα την ίδια μέρα ο Νταν ο συνάδελφός μου στην εργασία στο τμήμα πειραματισμών στις Φυτείες Κακάο του υπουργείου Γεωργίας, είχε μια μάλλον έντονη συζήτηση με μερικούς νεαρούς στη διάρκεια του διαλείμματος στο γραφείο μας. Στο δρόμο για το σπίτι με το λεωφορείο, μου είπε σύντομα ότι είχε μιλήσει σ’ εκείνους για μια πόρνη που περιγράφεται στη Γραφή στο βιβλίο της Αποκάλυψης, κεφάλαιο 17.
Χωρίσαμε, και μόλις έφαγα και ξάπλωσα για να πάρω έναν υπνάκο έφτασε ο Νταν με το φίλο του τον Τζέιμς. Αλλά πριν σας πω τ’ αποτελέσματα της συζητήσης μας, επιτρέψτε μου να σας πω για το παρελθόν μου.
Θρησκευτικό Παρελθόν
Ο πατέρας μου είχε τη συνήθεια να παίρνει ολόκληρη την οικογένεια στο δάσος, όπου προσευχόταν σ’ ορισμένους θεούς για χάρη μας. Επειδή εγώ ήμουν το μεγαλύτερο αγόρι στην οικογένειά μας, που είχε τέσσερα κορίτσια κι έξι αγόρια, ο πατέρας μου πάντοτε με είχε πολύ κοντά του σ’ αυτές τις ώρες.
Σε ηλικία επτά ετών, βαφτίστηκα στην Πρεσβυτεριανή Εκκλησία χωρίς να έχω καμιά ακριβή γνώση για τη Γραφή. Αλλά, στο σχολείο αποστηθίζαμε κι απαγγέλναμε ορισμένα Γραφικά εδάφια κι επίσης μαθαίναμε μερικές Βιβλικές ιστορίες. Το 1946, σε ηλικία 15 ετών, πήρα το χρίσμα μου στην εκκλησία, καθώς και την πρώτη και τελευταία μου Μετάληψη. Όλο αυτό το διάστημα ο πατέρας μου μερικές φορές μας έπαιρνε στο δάσος για να κάνει σπονδές και να θυσιάσει κοτόπουλα για χάρη μας. Η συνείδησή μου δεν μ’ ενοχλούσε καθόλου, αφού πολλοί άλλοι βαφτισμένοι κατ’ όνομα Χριστιανοί εξακολουθούσαν επίσης να συμμετέχουν σε τέτοιες ιεροτελεστίες.
Αφού τελείωσα το γυμνάσιο το 1947, φοίτησα σε μια εμπορική σχολή για ένα διάστημα, και κατόπιν άρχισα να εργάζομαι κοσμικά στην πόλη Κοφορίντουα, στη Γκάνα. Το 1950 μετακόμισα στην Άκκρα για να εργαστώ στο Υπουργείο Γεωργίας. Όσο βρισκόμουν σ’ εκείνη την πόλη, δεν παραβρέθηκα στις λειτουργίες της εκκλησίας, αλλά διάβαζα μερικές φορές τη Βίβλο, χωρίς καμιά πραγματική κατανόηση έως ότου εκείνοι οι δύο Χριστιανοί—ο Νταν και ο Τζέιμς—μ’ επισκέφθηκαν εκείνο το αξέχαστο απόγευμα της Τετάρτης.
Αποτέλεσμα της Γρήγορης δογματικής «Μάχης»
Πρώτα απ’ όλα, βγήκα νοκ άουτ εύκολα και γρήγορα στο θέμα της αθανασίας της ψυχής. Για παράδειγμα, ήταν αποκαλυπτικό να μάθω ότι η παράβαση του ανθρώπου, ή η αμαρτία, κατέληξε στο θάνατο κι ότι η ψυχή πεθαίνει. (Ιεζεκιήλ 18:4, 20) Στο θάνατο, τα ζώα και οι άνθρωποι επιστρέφουν και οι δυο στο χώμα.—Εκκλησιαστής 3:18-20.
Δεύτερον, «νικήθηκα» αφού πείστηκα σχετικά με τη δοξασία για το νηπιοβαπτισμό. Από τη Βίβλο μού δείχθηκε ότι, πριν ένα άτομο βαφτιστεί, πρέπει να εκλέξει να γίνει μαθητής του Ιησού Χριστού. (Ματθαίος 28:19, 20) Και, βέβαια, λόγω της ανώριμης ικανότητας αντιλήψεως, τα βρέφη δεν είναι σε θέση να διακρίνουν μεταξύ καλού και κακού ή να γίνουν μαθητές.—Εβραίους 5:13, 14.
Η συζήτησή μας εκείνο το απόγευμα έπαιξε σπουδαίο ρόλο στο να με υποκινήσει τελικά να εκδηλώσω αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό, υπηρετώντας τον μ’ όλη τη δύναμη της ζωής μου. (Δευτερονόμιον 6:5) Βέβαια, τον καιρό εκείνο ήθελα να ξέρω από που είχαν μάθει ο Νταν και ο Τζέιμς τα πράγματα που μου είχαν πει. ‘Στην Αίθουσα Βασιλείας,’ είπαν. Μπορεί κάποιος άλλος εκτός από τα μέλη της εκκλησίας να πάει εκεί και ν’ ακούσει; Η απάντηση ήταν Ναι. Έτσι εκείνη την Παρασκευή αποφάσισα να πάω στην Αίθουσα Βασιλείας για να εκπαιδευτώ καλά στη Γραφή. Ο Νταν και ο Τζέιμς με χαιρέτησαν με πλατιά χαμόγελα, και εντυπωσιάστηκα με τη Βιβλική εξέταση μ’ ερωταπαντήσεις. Έκανα κι εγώ κάποιο σχόλιο, χωρίς να είναι σωστό, αλλά εν πάση περιπτώσει ο οδηγός με συνεχάρηκε, κι αυτό μ’ έκανε να αισθάνομαι πολύ ωραία.
Αφού αποφάσισα να συνεχίσω με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, ρώτησα αν θα υπήρχε συνάθροιση την Κυριακή. Οι φίλοι μου είπαν Ναι, αλλά εξήγησαν ότι το πρωί θα πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι για να προσκαλέσουν ανθρώπους στη δημόσια συνάθροιση το βράδυ εκείνο. Όταν ρώτησα αν θα μπορούσα να τους συνοδέψω σ’ αυτή τη δράση, ο Νταν είπε Ναι. Έτσι ήμουν ο σύντροφός του στην υπηρεσία αγρού εκείνη τη μέρα και μοίρασα αρκετές προσκλήσεις. Από τότε κι έπειτα δεν μπορούσα να σταματήσω να μεταδίδω τις Βιβλικές αλήθειες στους άλλους στα σπίτια και στην εργασία.
Υπομονή σε Εναντίωση
Μια θεία μου εναντιωνόταν σκληρά στη σταθερή απόφασή μου να συναναστρέφομαι με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είπε ότι ακόμη κι αν είχα βρει την αλήθεια, έπρεπε να παραμείνω Προτεστάντης και να κηρύττω στα δικά μας εκκλησιαστικά μέλη. Η απάντησή μου ήταν ότι έπρεπε να κατευθύνω τους ακροατές μου στον όμιλο των πιστών μαθητών του Ιησού και ασφαλώς έπρεπε να είμαι παρών κι ο ίδιος για να υποδέχομαι αυτούς τους νεοερχόμενους. Δεν της άρεσε η απόφασή μου, αλλά εμένα δεν μου άρεσε καν η σκέψη να αλλάξω την απόφασή μου.
Τον επόμενο μήνα, στις 29 Απριλίου 1951, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με κατάδυση στο νερό στη διάρκεια μιας συνελεύσεως περιοχής στην πόλη Σούχουμ, όπου ζούσε η θεία μου. Αυτό το βήμα το έκανα χωρίς ‘να συμβουλευτώ αίμα και σάρκα.’ (Γαλάτας 1:16) Σε μια συνάθροιση υπηρεσίας, τρεις μήνες αργότερα, μια ομιλία εξέταζε το σκαπανικό και μέσα σε μια εβδομάδα είχα αποφασίσει να γίνω σκαπανέας (ή, ολοχρόνιος διαγγελέας της Βασιλείας). Η υπηρεσία μου σκαπανέα άρχισε την 1η Νοεμβρίου 1951. Τότε ήμουν 20 χρόνων, και σχεδίαζα να υπηρετήσω ολοχρόνια για 20 τουλάχιστον χρόνια, για να κερδίσω το χρόνο που είχα χάσει από βρεφική ηλικία χωρίς να αινώ τον Ιεχωβά.—Εκκλησιαστής 12:1.
Η δράση μου στο κήρυγμα, που έγινε πιο έντονη, ξεσήκωσε σκληρότερη εναντίωση, καθώς έστελναν μηνύματα στον πατέρα μου, λέγοντας ότι είχα τρελαθεί, ότι είχα εγκαταλείψει την κοσμική μου εργασία και περιφερόμουνα αδιάκοπα στην πόλη της Άκκρα με βιβλία και χαρτιά στα χέρια μου όλο τον καιρό. Γι’ αυτό έστειλε τη μεγαλύτερη αδερφή μου να εξακριβώσει αν οι ειδήσεις ήταν αληθινές. Της έδωσα μια πειστική Βιβλική μαρτυρία και έστειλε ευνοϊκές ειδήσεις πίσω στον πατέρα μου, μολονότι δεν ήταν ευχαριστημένη που με είδε να εγκαταλείπω την Πρεσβυτεριανή Εκκλησία.
Ύστερα από λίγους μήνες τακτικού σκαπανικού, ο φίλος μου Νταν Σ. Ακούα κι εγώ υποβάλαμε αιτήσεις για υπηρεσία ειδικού σκαπανέα. Καθώς περίμενα απάντηση, ειδοποίησα τους γονείς μου ότι πιθανόν να ταξίδευα στη βόρεια Γκάνα για να κηρύξω εκεί τα «αγαθά νέα». Ο ίδιος ο πατέρας μου ήρθε να με πείσει με την πολύ καλή διάθεση να με βοηθήσει να χτίσω ένα σπίτι. Ήθελε να κηρύττω στην Άκκρα κι όχι στα βόρεια. Με τη σειρά του, πήρε κι αυτός μαρτυρία και του είπα ότι είχα ήδη πει στον Ιεχωβά: « Ιδού, εγώ, απόστειλόν με.» ( Ησαΐας 6:8) Επίσης, του είπα ότι αν έμενα πιστός στον Θεό, θα έκτιζα κάποια μέρα το σπίτι μου και θα ζούσα για πάντα. (Παράβαλε με Ησαΐας 65:21, 22.) Παρατηρώντας την αποφασιστικότητά μου, ο πατέρας μου δεν επέμεινε περισσότερο, και χάρηκα όταν τον άκουσα να λέει: «Κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει κάποιον να κάνει το θέλημα του Θεού.»
Παραίτηση από την Κοσμική Εργασία
Οι αιτήσεις μας για υπηρεσία ειδικού σκαπανέα εγκρίθηκαν. Έτσι υπέβαλα στους εργοδότες μου μια επιστολή παραίτησης. Με εξέπληξε που ο διευθυντής της Αναδιοργανώσεως των Φυτειών Κακάου και ο αρχιλογιστής ζήτησαν να μου μιλήσουν. Με ρώτησαν αν επιθυμούσα αύξηση στο μισθό, επειδή είχα διευθύνει τις αποθήκες γραφικής ύλης της κυβερνήσεως στα κεντρικά γραφεία χωρίς απώλειες ή ελλείμματα. Απάντησα: Όχι. Τότε ο διευθυντής μού έδωσε να διαβάσω μια επιστολή, στην οποία με είχε συστήσει να σταλώ για εκπαίδευση για να γίνω υποδιευθυντής, αντί να συνεχίσω σαν βοηθός γραφέα. Τον ευχαρίστησα ειλικρινά για την καλοσύνη του, αλλά του είπα ότι η σταθερή μου απόφαση είχε ήδη παρθεί. Τότε μου επέτρεψαν να φύγω, παίρνοντας το μισθό μου, μέρος από τον οποίο χρησιμοποίησα για ν’ αγοράσω ένα ποδήλατο για το σκαπανικό μου έργο. Και ο Νταν επίσης παραιτήθηκε, και πολλοί από τους εργάτες νόμιζαν ότι η γνώση της Βίβλου μάς είχε τρελάνει. Αλλ’ αυτό δεν μας ενόχλησε.
Αγκαλιάζοντας με Αγάπη το Νέο Διορισμό
Την 1η Αυγούστου 1952 αρχίσαμε να υπηρετούμε σαν ειδικοί σκαπανείς στην πόλη Ναβρόνγκο στη βόρεια Γκάνα. Εκεί βρήκαμε ανιμιστές, μερικούς Καθολικούς και λίγους Μουσουλμάνους, και από αγάπη δώσαμε σ’ όλους μαρτυρία.
Στην αρχή, κηρύτταμε στους Αγγλόφωνους κατοίκους. Αλλά αυτοί δεν εκτίμησαν ιδιαίτερα το άγγελμα της Βασιλείας. Γι’ αυτό αναγκαστήκαμε να μάθουμε Κάσεμ (Γκρούνσι), για να μπορέσει ν’ αντηχήσει καθαρά η αλήθεια στ’ αυτιά των καλόκαρδων ιθαγενών που ακολουθούσαν τον ανιμισμό. Οι προσπάθειές μας ευλογήθηκαν από τον Ιεχωβά και κατορθώσαμε να μάθουμε τη γλώσσα εκείνη.
Το 1954, αφού είχε σχηματιστεί στην πόλη Ναβρόνγκο μια μικρή εκκλησία με 30 περίπου ζηλωτές ιθαγενείς ευαγγελιζομένους, ο Νταν Σ. Ακούα διορίστηκε στο έργο περιοχής. Ο νέος μου σκαπανέας σύντροφος ήταν ο αδελφός Οπάρε Άντου, για τον οποίο εγώ ήμουν ο κύριος μεταφραστής του στη γλώσσα Κάσεμ. Στο τέλος του 1956, όταν κι εγώ μπήκα στο έργο περιοχής, η εκκλησία είχε φτάσει σ’ ένα ανώτατο όριο 105 διαγγελέων της Βασιλείας.
Άλλα Προνόμια Υπηρεσίας
Στην αρχή του 1958, η Εταιρία προσκάλεσε τον Νταν κι εμένα να πάμε μαζί στη Βιβλική Σχολή της Σκοπιάς Γαλαάδ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά αυτό ήταν αδύνατο, γιατί αρρώστησα λίγες εβδομάδες πριν από την προγραμματισμένη αναχώρησή μας και χρειάστηκε να μου γίνει εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας. Η εγχείρηση πέτυχε χωρίς μετάγγιση, και έφυγα από το νοσοκομείο σε δυο εβδομάδες.—Πράξεις 15:28, 29.
Αφού ανέκτησα τις δυνάμεις μου γρήγορα, παρακολούθησα τη Διεθνή Συνέλευση «Θείο Θέλημα» στη Νέα Υόρκη το 1958, όταν ο Νταν αποφοίτησε από την 31η τάξη της Σχολής Γαλαάδ. Στάλθηκε γρήγορα να υπηρετήσει στη Σιέρρα Λεόνε. Αφού αποφοίτησα σαν σπουδαστής της 32ης τάξεως, τον Φεβρουάριο του 1959, στάλθηκα πίσω στη Γκάνα για να συνεχίσω το έργο περιοχής.
Το 1960 διορίστηκα προσωρινά στο γραφείο του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στη Γκάνα, όπου υπηρέτησα για 10 χρόνια, από τα οποία τα επτά τα δαπάνησα στο τμήμα μεταφράσεως στη γλώσσα Τουί. Η χαρά μου μεγάλωσε, όταν οι νεώτεροι αδελφοί μου Νίκολας και Έντουαρντ δέχτηκαν την αλήθεια. Ο Νίκολας έχει πεθάνει, αλλά αυτό συνέβη καθώς υπηρετούσε πιστά σαν προεδρεύων επίσκοπος σε μια από τις εκκλησίες της Άκκρα. Ο Έντουαρντ υπηρετεί ακόμη σαν διορισμένος Χριστιανός πρεσβύτερος. Επωμίζεται καλά την ευθύνη του σαν πατέρας τριών παιδιών, ενώ παραμένει στο έργο ειδικού σκαπανέα.
Διορισμός σε Ξένες Γειτονικές χώρες
Αφού ξαναγύρισα στο έργο περιοχής το 1970, η ανάγκη έγινε μεγαλύτερη για ειδικούς σκαπανείς στην Ακτή του Ελεφαντόδοντος. Χωρίς να χάσω καιρό έκανα αίτηση. Έτσι, στις 2 Δεκεμβρίου 1972, ο αδελφός Ντάνιελ Άνιμ κι εγώ φτάσαμε στο αεροδρόμιο του Αμπιτζάν. Δυο μέρες αργότερα, αρχίσαμε τα μαθήματα στη Γαλλική γλώσσα και «αποφοιτήσαμε» μ’ επιτυχία στο τέλος του μήνα.
Στις αρχές του 1973, ο αδελφός Άνιμ κι εγώ πήραμε το διορισμό μας για την Άγκμποβιλ, γύρω στα 90 χιλιόμετρα (56 μίλια) από το Αμπιτζάν. Προσευχόμαστε συνεχώς στον Ιεχωβά να ευλογήσει τις προσπάθειές μας να μιλήσουμε καλύτερα Γαλλικά για να παρουσιάσουμε τα «αγαθά νέα» αποτελεσματικά στο φιλόξενο λαό της Ακτής του Ελεφαντόδοντος. Και οι προσευχές μας απαντήθηκαν και απολαμβάνουμε τη δράση κηρύγματος σ’ αυτή τη χώρα.
Μου φαίνεται ότι είναι κατάλληλο να εκφράσω την εκτίμησή μου για την αδελφική αγάπη και την υλική υποστήριξη που μου πρόσφεραν ορισμένοι αγαπητοί ομόπιστοι τόσο στη Γκάνα όσο και στην Ακτή του Ελεφαντόδοντος. Έτσι βοηθήθηκα να παραμείνω στην ολοχρόνια υπηρεσία. Κυρίως, όμως, η ευγνωμοσύνη μου πηγαίνει στον Ιεχωβά για όλες του τις ευεργεσίες, αφού αυτός είναι η πηγή ‘κάθε αγαθής δόσεως και κάθε τέλειου δώρου.’—Ιακώβου 1:17.
Από τον Ιανουάριο του 1977, κάνω έργο περιοχής σ’ αυτή τη χώρα. Ένα άλλο προνόμιο που μου δόθηκε, είναι να υπηρετώ σαν μέλος της Επιτροπής Τμήματος της Ακτής του Ελεφαντόδοντος. Μ’ όλη μου την καρδιά ευχαριστώ και αινώ τον Ιεχωβά Θεό που μου έδωσε τη δύναμη να τον υπηρετώ ολοχρόνια για 30 περίπου χρόνια. Στην ηλικία των 50 χρόνων αισθάνομαι δραστήριος σαν αετός κι η ελπίδα μου είναι να συνεχίσω στην ολοχρόνια υπηρεσία. (Ησαΐας 40:31) Αλλά οτιδήποτε κι αν επιφυλάσσει το μέλλον, η απόφασή μου είναι να υπηρετώ μ’ όλη τη δύναμη της ζωής μου για τον αίνο και τη δόξα του Ιεχωβά.
- Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΣΚΟΠΙΑ 15/5/1982
Σχόλια (0)