Η βροχή ήρθε το μεσημέρι...
Πυκνή ομίχλη κατεβαίνει από το Κακαβούλι προς το χωριό και απλώνεται παντού, λίγο μετά τη βροχή. Ένα πολύ ξεχωριστό φαινόμενο...
Κατά το μεσημέρι “ξέσπασε” ο καιρός και άρχισε να βρέχει. Απαλά, σιγανά, όμορφα, χειμωνιάτικα. Ίσα που προλάβαμε να επιστρέψουμε από τα ψώνια της πόλης. Είναι τελικά όμορφος ο χειμώνας στο χωριό. Σκέτη απόλαυση...
Να καίει η σόμπα που έχει ψήσει με αργούς ρυθμούς το κατσίκι στη γάστρα... Και να πέφτουν οι σταγόνες της βροχής στον κήπο. Είναι να πιεις ένα ποτήρι κρασί παραπάνω και να ξαπλώσεις Σαββατιάτικα στο κρεβάτι, χαλαρώνοντας.
Ούτε που με νοιάζει αν θα 'ρθει ο ύπνος ή δεν θα 'ρθει. Χαλαρά... Εδώ ο χρόνος μετράει αλλιώς. Δεν έχει την πίεση και το άγχος της πόλης.
Η βροχή γίνεται πιο δυνατή καθώς περνάει η ώρα. Και η καταχνιά κατεβαίνει από το Κακαβούλι κατά το χωριό. Μια πυκνή, λευκή, ομίχλη... Τα πεσμένα ξερά φύλλα παρασείρονται από τα νερά. Δε θέλει και πολύ να γίνουν μικροί χείμαρροι. Ακούγονται δυνατά πάνω, ήρεμα, οι μουσικές του Δεύτερου... Κάπως έτσι θα 'ναι και στον παράδεισο, χωρίς αμφιβολία. Δεν έχω περιγραφές, αλλά νομίζω ότι μπορώ να αντιληφθώ περίπου πως θα 'ναι τα πράγματα εκεί.
Πόσο μπορεί να κρατήσει αυτή η βροχή; Μια, δυο ώρες; Όσο και να κρατήσει τίποτα δεν θα λιγοστέψει από την ομορφιά της στιγμής.
Είχα δώσει στον Γιώργο το υπόλοιπο από το παλιό βαρέλι που είχε φέρει η Στασούλα από το χωριό για το γάμο της Ειρήνης. Κι εκείνος το κράτησε για όταν θα 'ρχόμασταν. Και να τώρα, που το βρίσκουμε μπροστά μας. Νάμα, τέτοια ώρα μεσημεριανή...
Τελειώσαμε το τραπέζι. Ο Γιώργος άναψε τσιγάρο. Χωρίς αυτό δεν μπορεί. Ο Λάμπρος συνεχίζει το φαγητό του. Εγώ γράφω και πίνω λίγο κρασί ακόμα. Ο μικρός σχολιάζει που δεν αφήνω λίγο τις σημειώσεις μου. Ότι κι αν λέει, εμένα μ' αρέσει. Με γεμίζει, είναι κομμάτι μου...
Η καμινάδα της σόμπας με τους καπνούς δείχνει από μακριά ότι η σόμπα λειτουργεί στο φουλ. Ένα “κλικ” και η στιγμή είναι δική μας.
Σχόλια (0)