Η απουσία του Μίκη, αφήνει ένα κενό στη μουσική… Απολαύστε μερικά τραγούδια του…
Το φευγιό του Μίκη Θεοδωράκη και η επικαιρότητα πάνω στην οποία κυριάρχησε για περισσότερο από μια εβδομάδα ήταν η αφορμή για να γραφτεί αυτό το κομμάτι. Μεγάλωσαν με τη μουσική του γενιές και γενιές. Ας τον θυμηθούμε με το δικό μας τρόπο…
Ήταν δυο αλλοπρόσαλλες εβδομάδες. Γεμάτες συναισθήματα και σκέψεις. Την Τετάρτη δεν δημοσιεύσαμε άρθρο με τον Νίκο. Ξέρεις, πολλές φορές δεν ξέρεις τι και πως να το γράψεις. Το νιώθεις, αλλά δεν εξωτερικεύεται. Έχεις μάθει να ζεις με το παρόν. Και όταν το παρόν γίνεται σιγά σιγά ιστορία, δεν ξέρεις πώς να ζήσεις άλλο στο παρόν.
Η τέχνη της μουσικής είναι μια από τις καλύτερες ανακαλύψεις του ανθρώπου. Και λέω ανακαλύψεις επειδή δεν είναι εφεύρεση. Ο Θεός μας έδωσε την αίσθηση της μουσικής και εμείς έμελλε να την ανακαλύψουμε.
Ένας άνθρωπος που δημιούργησε ένα μοναδικό είδος μουσικής. Όταν μιλάμε για τον Μίκη Θεοδωράκη δεν μιλάμε για μουσική, μιλάμε για ένα ξεχωριστό είδος μουσικής. Η μουσική του Μίκη. Έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές. Σίγουρα έχεις τραγουδήσει τραγούδια του ακόμα και αν δεν ξέρεις ότι είναι δικά του. Προσωπικά μου άρεσε πολύ ένα άρθρο από τα πολλά που κυκλοφόρησαν αυτές τις μέρες. Μπορείς να το διαβάσεις ΕΔΩ.
Οπότε σκέφτηκα σήμερα να γεμίσουμε τον ΘΡΑΨΑΝΙΩΤΗ με τραγούδια του Μίκη. Τραγούδια που έχουν αγγίξει την καρδιά μας, τραγούδια που μας έχουν ταξιδέψει και τραγούδια που έχουμε κοντοσταθεί για να τ' ακούσουμε έξω από κάποιο σπίτι.
Ήχοι που από μακριά φτάνουν και εισβάλουν στην ψυχή μας. Μελωδίες διαχρονικές που κάθε φορά μας θυμίζουν τις ανθρώπινες πλευρές μας. Αυλές κάτασπρες σαν γιορτινά στολίδια. Γειτονιές μικρές σ' όλου του κόσμου τις γωνίες. Αυτός είναι ο Μίκης.
Το τρένο φεύγει στις οχτώ ταξίδι για την Κατερίνη,
Νοέμβρης μήνας δε θα μείνει να μη θυμάσαι στις οχτώ.
Το γελαστό παιδί..
Του μικρού βοριά παράγγειλα, να 'ναι καλό παιδάκι, Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και το παραθυράκι.... με πνίγει το παράπονο, γιατί στον κόσμο αυτό να, τα καλοκαίρια τα 'χασα κι έπεσα στον χειμώνα.
Στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή, Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου, Εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί.
Είμαστε δυο είμαστε τρείς είμαστε χίλιοι δεκατρείς
καβάλα πάμε στον καιρό
με τον καιρό με την βροχή
το αίμα πήζει στην πληγή
και ο πόνος γίνεται καρφί.
Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα
Χωρίς να γνωρίζω κανένα
Κι ούτε κανένας, κι ούτε κανένας
Με γνώριζε, με γνώριζε.
Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
ένα χελιδονάκι,
να πάει να χτίσει τη φωλιά
στου κήπου την κορομηλιά
δίπλα στο μπαλκονάκι,
στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
να πάει στη μάνα υπομονή.
Οι συμφορές αμέτρητες
δεν έχει ο κόσμος άλλες
φεύγουν οι μέρες μου βαριά
σαν της βροχής τις στάλες
Αχ ψεύτη κι άδικε ντουνιά
άναψες τον καημό μου
είσαι μικρός και δε χωράς
τον αναστεναγμό μου.
Σχόλια (0)