Παύλος: "Ευχαριστώ όλους τους αδελφούς από καρδιάς, για την αγάπη που μου δείχνουν"...
Από το ξεχείλισμα όμως της καρδιάς μου για όλα όσα μου γράφεις, μοιράζομαι μαζί σου, αλλά και με κάθε αδελφό μου και κάθε αδελφή μου, ένα ποίημα που δεν διεκδικεί τίποτα, ένα ποίημα που οι λέξεις του αγωνίζονται να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη και την ευχαριστία που πηγάζουν από μια καρδιά αδύναμη και ανήμπορη, που όμως ξεχειλίζει από αγάπη και απορία.
Όσο υπάρχει πνοή στο στήθος μου και χτύπος στην καρδιά μου, κάθε ημέρα και στις ατέλειωτες ξάγρυπνες νύχτες μου, θα εύχομαι και θα προσεύχομαι ο Ιεχωβά να ευλογεί κατά τον πλούτο της δόξας Του κάθε αδελφό και κάθε αδελφή, και να τους σκεπάζει με τις φτερούγες της Χάρης και του Ελέους Του. Εγώ δεν είμαι τίποτα άλλο παρά μια ραγισμένη στάμνα, ένα καλάμι που κοντεύει να σπάσει, ένα λυχνάρι που τρεμοσβήνει...
«Και λέω: «Αχ! και να είχα φτερούγες σαν περιστέρι! Θα πέταγα μακριά και θα κατοικούσα εκεί. Ναι! Θα έφευγα και θα πήγαινα μακριά· Θα έμενα στην έρημο.—Σέλαχ—
Θα έσπευδα σε έναν τόπο όπου θα μπορούσα να διαφύγω
Από τον ορμητικό άνεμο, από τη θύελλα». Ρίξε στον Ιεχωβά το βάρος που σηκώνεις, Και αυτός θα σε στηρίξει. Ποτέ δεν θα επιτρέψει να κλονιστεί ο δίκαιος. Ψαλμός 55:6-8, 22
«Μαζί μου από τον Λίβανο, εσύ η νύφη, μαζί μου έλα από τον Λίβανο. Κατέβα από την κορυφή του Αντιλιβάνου, από την κορυφή του Σενίρ, ναι, του Αερμών, από τις φωλιές των λιονταριών, από τα βουνά των λεοπαρδάλεων». Άσμα Ασμάτων 4:8
Κοίταξε από την Κορυφή
Μια μέρα ενώ βάδιζα στο δρόμο, μες την πόλη
σκυφτός από τις μέριμνες, βαρύς και σκεφτικός,
κι ενώ βούϊζαν γύρω μου οι χίλιες τόσες έγνοιες
σα να ήσαν μαύρα και βαρειά στον ουρανό μπουρίνια,
που θα ξεσπάσουν γρήγορα, μου μίλησε ο οίκτος:
«Ω, πλασματάκι εσύ φτωχό, έχεις τόσα να κάνεις,
τόσα πολλά! Τι τρομερά δύσκολη που είναι η ζωή σου!
Γρήγορα το βαρύ φορτίο αυτό, θα σε συντρίψει…..»
Κι αμέσως κάποια μυστική απόκριση συμπάθειας
ανάβλυσε από μέσα μου. Ο καυτερός ο ήλιος
σα να έκαιγε δυνατά. Οι θόρυβοι, η σκόνη,
Οι εξατμίσεις των μοτέρ που γρήγορα περνούσαν
και γρατζουνίζαν την καρδιά, το σφύριγμα των κλάξον
που μαστιγώναν πιο πολύ τα χαλασμένα νεύρα,…..
Ήταν χαριστική βολή, το τελευταίο βόλι
στον ταραγμένο, δύσθυμο κι ερεθισμένο νου.
Ω, ναι, θα γίνει σίγουρα συντρίμμια η ζωή μου.
Μου είναι ανυπόφορη η πίεση που φέρνουν
οι έγνοιες οι ατελείωτες, οι ερεθιστικές -
Πολύ μεγάλες και βαριές για έναν σαν κι εμένα….»
Έτσι κατάπιε η καρδιά την ίδια της τη λύπη,
Σα μια «μιζέρια-ηδονή» την ένοιωσε…. Μα να!
Ήσυχος κάποιος ψίθυρος ξεκάθαρα μου είπε:
«Είναι όλα αυτά για ανέβασμα κι όχι για συντριμμό!»
Κι αμέσως είδα στη στιγμή το λάθος μου το μέγα.
Η θέση μου δεν ήτανε κάτω από αυτά τα βάρη
Αλλά ψηλά στην κορυφή! Ο Ιεχωβά δεν είπε
πως πρέπει εγώ να τα βαστάζω.
Είναι για να με κουβαλήσουνε και να με παν καβάλα.
Ξέρει πολύ καλά πως είμαι ανίκανος εγώ.
Πριν να στρωθούν τα σχέδια στης γης αυτής το χάρτη
είδε πως ένα πλάσμα Του χρειάζεται τη Χάρη
τη δύναμη να υπηρετεί. Είδε ένα βλασταράκι
που ήθελε ήλιο και βροχή, να δέσει, να ψηλώσει,
μια χρυσαλλίδα άπλαστη και μισοκαμωμένη
κάποια καρδιά αδύνατη χωρίς τη Θεία πίστη.
Αδύνατο να μην τα δει το μάτι Του όλα τούτα
Και πιο πολλά! Και την καρδιά με σκέψη τρυφερή
την τοποθέτησε εκεί που έπρεπε να ζήσει -
Ή να πεθάνει. Αν σέρνεσαι στο χώμα και πλαγιάζεις,
το βάρος είναι θάνατος. Αλλά ζωή και δύναμη
είναι για εκείνους που τολμούν ψηλά να σηκωθούνε.
Τότε κατάλαβε η καρδιά ότι τα βάρη μας είναι φτερά,
κι έτσι μ´ αυτά μπορούμε
σε αιθέρια ύψη Χάριτος πάντοτε να πετούμε.
Χωρίς αυτά χανόμαστε μεσ´ τη ζωή για πάντα,
σε τόπους που περπάτησε - νήπιο ακόμα - η πίστη.
Σε περιστάσεις που το αδύνατο μονάχα επιζεί.
Ω, του ουρανού παράδοξο! Τα βάρη που θαρρούμε
ότι θα μας συντρίψουνε ήρθαν να μας σηκώσουν
ψηλά προς τον Θεό! Γι´ αυτό σκαρφάλωσε καρδιά μου!
Τίποτα δε θα συντριφτεί παρά μονάχα εκείνο
που μένει ανήμπορο, σκυφτό από το βάρος κάτω.
Ω, πως θα σκαρφαλώσουμε! Τι δύναμη ανεβάστρα
θαρθεί να ξεπεράσουμε τις μοιρολόγες έγνοιες
μεσ´ τη ζωή. Και το κλειδί το βρίσκουμε μέσα στην Άγια Γραφή
που μας ανοίγει την κρυφή, τη μυστική Του σκάλα.
Μόνοι μαζί με τον Θεό εκεί αποκλεισμένοι
τα βάρη μας αφήνοντας ξενοιάζουμε σ´ Αυτόν
ΠΑΥΛΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
ΥΜΝΟΣ 44
Η Προσευχή του Ταπεινού
1. Θεέ, την προσευχή μου
να ακούσεις σου ζητώ.
Τα τραύματά μου είν’ βαθιά,
ν’ αντέξω δεν μπορώ.
Τη δύναμή μου έσβησαν
οι πίκρες της ζωής.
Την εύνοιά σου δώσε μου,
κοντά μου να σταθείς.
(ΡΕΦΡΕΝ)
Δώσ’ μου, Θεέ, παρηγοριά,
ελπίδα να ’χω στην καρδιά.
Βοήθησέ με να σταθώ,
καινούρια δύναμη να βρω.
2. Παρηγοριά κι απάγκιο
μες στον Λόγο σου θα βρω,
και λόγια που εκφράζουν
ό,τι δεν μπορώ να πω.
Ενίσχυσε την πίστη μου
και κάν’ την σταθερή.
Απ’ την καρδιά μου είσαι
μεγαλύτερος εσύ.
(ΡΕΦΡΕΝ)
Δώσ’ μου, Θεέ, παρηγοριά,
ελπίδα να ’χω στην καρδιά.
Βοήθησέ με να σταθώ,
καινούρια δύναμη να βρω.
(Βλέπε επίσης Ψαλμ. 42:6· 119:28· Ρωμ. 8:26· 2 Κορ. 4:16· 1 Ιωάν. 3:20.)
- Ακούστε ΕΔΩ τον ύμνο 44.
Σχόλια (0)