Επικαιρότητα

Έχετε δει από κοντά καρακάξα; Όχι να έρθει για λίγο στο μπαλκόνι σας, αλλά στη φωλιά της;

karakaxes1
H καρακάξα, παρά την κακόηχη φωνή της, είναι από τα ευφυέστερα πτηνά στην υφήλιο. Στις τελευταίες δεκαετίες, αποτελεί για την επιστημονική κοινότητα αντικείμενο μελέτης και πειραμάτων, κατά τα οποία το πτηνό επιδεικνύει μεγάλη ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.

karakaxes2
Η επιστημονική ονομασία του γένους Pica είναι η ακριβής λατινική απόδοση (κυριολ. Pīca) της ελληνικής κίττα ή κίσσα. Ωστόσο, ο λόγιος όρος κίσσα δεν αναφέρεται στο πτηνό κίσσα, το οποίο ανήκει σε διαφορετικό γένος (Garrulus), αλλά αποκλειστικά στην καρακάξα.

karakaxes3
Η παρερμηνεία υφίσταται επειδή, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας έχει επικρατήσει -λανθασμένα- να κατονομάζεται η καρακάξα ως «κίσσα». Μάλιστα, το πρόβλημα έχει επιταθεί επειδή, υπήρξε διαχρονικά λανθασμένη μετάφραση της διάσημης όπερας του Τζοακίνο Ροσσίνι La gazza ladra, ως «Η κλέφτρα κίσσα» αντί του ορθού «Η κλέφτρα καρακάξα», καθώς το πτηνό gazza είναι η καρακάξα και όχι η κίσσα..

karakaxes4
Άλλωστε, είναι πασίγνωστη η συνήθεια του συγκεκριμένου πτηνού να προσελκύεται από διάφορα αντικείμενα, ειδικά τα γυαλιστερά/μεταλλικά και να τα μεταφέρει στην φωλιά του. Ψάξαμε στο διαδίκτυο από την Wikipedia από όπου αντλήσαμε τις πληροφορίες που διαβάζετε τώρα. Δείτε τι άλλο ανακαλύψαμε...

karakaxes5
Η λέξη καρακάξα έχει αβέβαιη ετυμολογία, με επικρατούσα την άποψη ότι, είναι ηχομιμημητικής προέλευσης από το χαρακτηριστικό κρώξιμο του πουλιού κ(α)ρα, κ(α)ρα, ενώ η άποψη ότι προέρχεται από τα συνθετικά καρά «μαύρος» και κίσσα (;) παρουσιάζει φωνητικά προβλήματα. Τέλος, υπάρχει η εκδοχή ότι προέρχεται από τον τύπο κορακόκισσα < κόρακας + κίσσα (δηλ. «μαύρη κίσσα»).

karakaxes6
Η ταξινομική του είδους εμφανίζει αρκετά προβλήματα, με κάποια taxa να είναι ευρέως αποδεκτά ως υποείδη και κάποια άλλα να θεωρούνται ως υποείδη ή μονοφυλετικά «γκρουπ». Πολλοί πληθυσμοί, ενδεχομένως, να δικαιολογούν αναβάθμιση στο επίπεδο του είδους, εν αναμονή περαιτέρω μελετών, με σύγκριση των φωνών και της ηθολογίας τους, καθώς και του μοριακού DNA. Υφίστανται πολλοί ενδιάμεσοι διασταυρούμενοι πληθυσμοί.